Η εθνική μας αυτοκτονία Του Χαράλαμπου Παπαδόπουλου Η συζήτηση γύρω από το δημογραφικό πρόβλημα και τους τρόπους αντιμετώπισής του συχνά περιορίζεται αποκλειστικά σε οικονομικές παραμέτρους. Αν και είναι προφανές ότι η παροχή οικονομικών κινήτρων και διευκολύνσεων στους πολυτέκνους είναι απολύτως απαραίτητη, δεν είναι από μόνη της αρκετή, καθ’ ότι η δημογραφική δυναμική συναρτάται αποφασιστικά από κοινωνικούς παράγοντες. Στο παρακάτω διάγραμμα δίνεται η εξέλιξη του ποσοστού γεννητικότητας (παιδιά ανά γυναίκα) στην Ελλάδα από το 1960 μέχρι το 2014. Όπως φαίνεται, η δημογραφική κατάρρευση της Ελλάδας ξεκίνησε το σωτήριον έτος 1981. Μέσα σε 8 μόλις χρόνια, κατά διαβολική σύμπτωση κατά τη διάρκεια της οκταετίας του ΠΑΣΟΚ, 1981-1989, το ποσοστό γεννητικότητας κατέρρευσε από 2,2 σε 1,4 παιδιά ανά γυναίκα. Αν τα αίτια της δημογραφικής κρίσης είναι κυρίως οικονομικά, θα περίμενε κανείς, ότι με την άνοδο του βιοτικού επιπέδου και τις μεγάλες κοινωνικές κατακτήσεις της ίδιας περιόδου, όχι μόνο δεν θα συνέβαινε δημογραφική κατάρρευση, αλλά πως η γεννητικότητα θα παρέμενε σταθερή ή ακόμα και θα αυξανόταν λίγο. Είναι προφανές, επομένως, ότι τα αίτια της δημογραφικής κατάρρευσης θα πρέπει να αναζητηθούν αποκλειστικά σε κοινωνικούς παράγοντες και όχι σε οικονομικούς. Η νομιμοποίηση των εκτρώσεων συμπίπτει σχεδόν απόλυτα με την αρχή της δημογραφικής κατάρρευσης. Η ασαφής διεύρυνση των προϋποθέσεων υπό τις οποίες επιτρέπεται η έκτρωση έγινε το 1978 από τη ΝΔ. Στη συνέχεια, το 1981 ανήλθε στην εξουσία ένας πρωθυπουργός, του οποίου η τότε σύζυγος ήταν πρόεδρος της Ένωσης Γυναικών Ελλάδος, οργάνωσης μαχόμενης για τη νομιμοποίηση των εκτρώσεων. Η τυπική πλήρης νομιμοποίηση έγινε το 1986. Η σύμπτωση της δημογραφικής κατάρρευσης με τη νομιμοποίηση των εκτρώσεων ίσως δεν είναι απολύτως τυχαία. Από τους παράγοντες που οδηγούν στη μείωση των γεννήσεων, οι εκτρώσεις είναι ο μοναδικός που επιδρά άμεσα και μάλιστα με δύο τρόπους, δηλαδή τόσο με την άμεση αποτροπή των γεννήσεων, όσο και με την προκαλούμενη από αυτές μείωση της γονιμότητας. Τα αίτια της δημογραφικής κατάρρευσης είναι βέβαια πολλά, αλλά ανάμεσά τους η κατακόρυφη αύξηση των εκτρώσεων έχει μια οπωσδήποτε σημαντική θέση.
Το θέμα των εκτρώσεων είναι γενικά ταμπού στον δημόσιο λόγο και έχει ταυτιστεί απόλυτα με συντηρητικές ή ακόμα και φονταμενταλιστικές ατζέντες. Ο λόγος είναι, ότι στα αξιακά κριτήρια της μεταπολίτευσης το εθνικό συμφέρον απουσιάζει, ενώ επικρατεί το ατομικό συμφέρον και ο δικαιωματισμός. Αν και πρωταρχικό κριτήριο αντιμετώπισης του θέματος των εκτρώσεων πρέπει να είναι, κατά τη γνώμη μας, το εθνικό συμφέρον, αξίζει να εξετάσουμε ψυχρά τα δικαιωματικά επιχειρήματα υπέρ των εκτρώσεων. Οι υπερασπιστές του δικαιώματος στην έκτρωση υποστηρίζουν, ότι το έμβρυο αποτελεί μέρος του σώματος της γυναίκας, η οποία έχει το δικαίωμα να το διαθέσει όπως επιθυμεί. Νομίζω απαιτείται υπερβολική ιδεοληψία για να μην παραδεκτεί κανείς, ότι το έμβρυο από τη στιγμή της σύλληψής του είναι ένας «εν δυνάμει άνθρωπος», εξαρτώμενος για την επιβίωσή του από τη γυναίκα, αλλά ανεξάρτητος σαν οντότητα. Η νομοθεσία μας, αλλά και οι κοινωνικές μας αξίες αναγνωρίζουν το δικαίωμα της ζωής στα ζώα και τιμωρούν με βαρύτατα πρόστιμα όσους τα θανατώνουν ή ακόμα και όσους τα βασανίζουν. Ακόμα και αν δεχτούμε πως ένας «εν δυνάμει άνθρωπος» έχει λιγότερα δικαιώματα από έναν άνθρωπο, απαιτείται μεγάλη προκατάληψη για να υποστηρίξει κανείς, ότι έχει λιγότερα δικαιώματα από ένα ζώο και ακόμα μεγαλύτερη για να υποστηρίξει, ότι δεν έχει κανένα δικαίωμα και ότι μπορεί κανείς να τον θανατώνει κατά το δοκούν. Επειδή πολλοί τείνουν να ταυτίζουν την αντίθεση με τις εκτρώσεις αποκλειστικά με θρησκευτικές αντιλήψεις, οφείλουμε να υπογραμμίσουμε ότι τα παραπάνω εκτεθέντα επιχειρήματα είναι απολύτως άσχετα από κάθε θρησκευτική αντίληψη. Εξετάζοντας τις ανεπτυγμένες δυτικές χώρες, που παρουσιάζουν το υψηλότερο ποσοστό γεννητικότητας, παρατηρούμε ότι αυτές είναι το Ισραήλ (με 3,1 παιδιά ανά γυναίκα) και η Ιρλανδία (με 2,0 παιδιά ανά γυναίκα). Στο μεν Ισραήλ οι εκτρώσεις επιτρέπονται μόνο υπό αυστηρές προϋποθέσεις και μετά από εξέταση του θέματος από ειδική επιτροπή, στη δε Ιρλανδία οι εκτρώσεις είναι απολύτως απαγορευμένες. Και στις δυο χώρες βέβαια, η πολιτική περιορισμού των εκτρώσεων υποστηρίζεται από μια εντελώς διαφορετική αντίληψη γύρω από την αξία της οικογένειας, που επικρατεί στην κοινωνία. Σε κάθε περίπτωση πάντως, η σχέση ανάμεσα στον νόμο και τις κοινωνικές αξίες είναι αμφίδρομη. Ένας νόμος για να εφαρμοστεί απαιτείται μεγάλα τμήματα της κοινωνίας να έχουν πειστεί για την αναγκαιότητά του, από την άλλη όμως, με τη σειρά του, επιδρά πάνω στην κοινωνία, ορίζοντας τι είναι αποδεκτό και τι μη αποδεκτό, τι είναι εθνικά ωφέλιμο και τι καταστροφικό. Οι νόμοι έχουν, επομένως, καθοδηγητικό ρόλο για την κοινωνία, στρέφοντάς την προς την κατεύθυνση των αξιών που τους διαπνέουν. Για παράδειγμα, η νομιμοποίηση των ναρκωτικών τα καθιστά αποδεκτά στη συνείδηση της κοινωνίας και ευκόλως προσβάσιμα. Η απαγόρευσή τους, αντίθετα, λειτουργεί ως ένα συλλογικό υπερεγώ, που λέει στα άτομα ότι «αυτό δεν είναι αποδεκτό». Η ίδια αναλογία ισχύει για κάθε πρακτική που είναι εξόχως καταστροφική για την κοινωνία, ισχύει δηλαδή, κατά τη γνώμη μας, και για τις εκτρώσεις. Θεωρούμε ότι η αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος πρέπει να στηριχθεί πρωταρχικά στην αναβάθμιση της αξίας της οικογένειας στη συλλογική μας συνείδηση. Η αναβάθμιση αυτή θα μπορούσε να επιτρέψει τη ριζική τροποποίηση του νομικού καθεστώτος των εκτρώσεων, που κατά τη γνώμη μας είναι απαραίτητη για τη δημογραφική μας ανάκαμψη.
0 Comments
|
Site powered by Weebly. Managed by Pointer Internet Solutions