Απάντηση στο άρθρο του Γιώργου Παπανικολάου Του Χαράλαμπου Παπαδόπουλου Στο άρθρο του, με τίτλο «Καθολικό Άνευ όρων Βασικό Εισόδημα» ο Γιώργος Παπανικολάου παρουσιάζει ένα αίτημα, που έχει προταθεί σε πολλές χώρες του κόσμου, για τη θέσπιση ενός βασικού εισοδήματος, που θα καταβάλλεται σε όλους, άνευ όρων και προϋποθέσεων. Όπως είναι προφανές, η υλοποίηση της πρότασης αυτής, για την Ελλάδα, θα έχει ένα τεράστιο οικονομικό κόστος.
Για να μιλήσουμε συγκεκριμένα και όχι ουτοπικά, προκειμένου να έχει κάθε Έλληνας εξασφαλισμένο βασικό εισόδημα μόλις 150 ευρώ το μήνα, απαιτείται να επιβαρυνθεί ο κρατικός προϋπολογισμός με ένα ετήσιο κονδύλι 20 δις ευρώ (!!). Τα χρήματα αυτά, ο κύριος Παπανικολάου προτείνει να βρεθούν από «τις μεγάλες πολυεθνικές, τις παγκόσμιες τράπεζες και τα οικονομικά λόμπυ». Προτείνει, επομένως, η Ελλάδα να διεκδικήσει χρήματα από τους «ισχυρούς του πλανήτη», ουσιαστικά δηλαδή από την Ευρωπαϊκή Ένωση και μάλιστα αυτό το τεράστιο ποσό. Θα υπενθυμίσουμε στους αναγνώστες που δεν έχουν μνήμη καναρινιού, ότι ο Τσίπρας και ο Βαρουφάκης το 2015 είχαν διεκδικήσει ασύγκριτα λιγότερα χρήματα, με τις γνωστές συνέπειες για τη χώρα. Δυστυχώς η «αλληλεγγύη των λαών» και τα παρόμοια υπάρχουν μόνο στη φαντασία των λαϊκιστών, που προσπαθούν να μας εξαπατήσουν για να κερδίσουν την ψήφο μας. Ας υποθέσουμε, όμως, ότι ένα βασικό εισόδημα θεσμοθετείται παγκοσμίως. Η Ελλάδα δεν είναι η μόνη χώρα που δεν μπορεί να το χρηματοδοτήσει. Υπάρχουν περίπου 6,5 δις άνθρωποι που κατοικούν σε χώρες φτωχότερες από την Ελλάδα, που ούτε αυτές θα μπορούν να το χρηματοδοτήσουν. Μήπως θα ζητήσουν να τους το χρηματοδοτήσει μεταξύ άλλων και η Ελλάδα; Ωραία είναι να ζητιανεύουμε συνεχώς από τους Ευρωπαίους, αλλά καλό είναι να προσπαθήσουμε να έρθουμε και λίγο στη θέση τους. Επομένως, τα χρήματα αυτά ο κύριος Παπανικολάου δεν θα τα διεκδικήσει από τους ισχυρούς του πλανήτη, αλλά από το εξωτερικό με τη μορφή κρατικού δανεισμού ή από τους φορολογούμενους της χώρας του. Θα υπενθυμίσουμε και πάλι στους αναγνώστες που δεν έχουν μνήμη καναρινιού, ότι και οι δύο αυτές επιλογές έχουν ήδη δοκιμαστεί στην Ελλάδα! Την πρώτη, του εξωτερικού δανεισμού την εφάρμοσε πρώτος ο Ανδρέας Παπανδρέου και μετά όλες οι επόμενες κυβερνήσεις, από το 1981 ως το 2010. Το αποτέλεσμα ήταν η χρεωκοπία της Ελλάδας. Τη δεύτερη επιλογή, της υπερφορολόγησης του ιδιωτικού τομέα, των επιχειρήσεων και όλων των δημιουργικών ανθρώπων αυτής της χώρας, την εφαρμόζουμε από το 2010 μέχρι σήμερα ανελλιπώς! Το αποτέλεσμα είναι ότι ακόμα περιμένουμε την ανάπτυξη και θα συνεχίσουμε να την περιμένουμε αν δεν αλλάξουμε τα μεταπολιτευτικά μας μυαλά. Πάντως, δεν θα χρειαστεί να περιμένουμε για πολύ ακόμα, επειδή έχοντας παρατήσει τη δημογραφία μας, την παραγωγή μας και την εθνική μας άμυνα, σύντομα θα μας καταπιεί η Τουρκία. Η Ελλάδα είναι μια χώρα στην οποία το 67% του πληθυσμού, ποσοστό ασύγκριτα υψηλότερο από οποιαδήποτε άλλη χώρα, βασίζεται για την επιβίωσή του στο κράτος, σε μισθούς του δημοσίου, συντάξεις και επιδόματα [1]. Κι αυτό συμβαίνει σε μια χώρα με πολύ χαμηλή παραγωγικότητα του ιδιωτικού τομέα, με τραγική δημογραφική εξέλιξη και με μια ισλαμοφασιστική Τουρκία δίπλα μας, να έχει ήδη εισβάλλει στον Έβρο και να ετοιμάζεται για νέες εισβολές. Το 800ράκι που εισέπραξαν πολλοί Έλληνες φαίνεται ότι τους γλύκανε και νομίζουν ότι το χρήμα φυτρώνει στα λεφτόδεντρα. Θα ξυπνήσουν σύντομα πολύ άσχημα, μόλις φανούν οι συνέπειες στον τουρισμό και μόλις ο Ερντογάν κάνει τις επόμενες κινήσεις του. Εννιά μήνες θητεία για τους κανακάρηδές μας, 1,3 παιδιά ανά γυναίκα εδώ και 40 χρόνια, το ένα τρίτο του πληθυσμού να συντηρεί τα δύο τρίτα, άντε και εις ανώτερα! Θέλουμε και συντάξεις, αλλά ποιος θα τις πληρώσει; Τα παιδιά μας που τα κάναμε έκτρωση και τα πετάξαμε στα σκουπίδια; Θέλουμε και Καθολικό Άνευ όρων Βασικό Εισόδημα πανάθεμά μας… Η εργατικότητα δεν είναι τόσο αυτονόητη, όσο διατείνεται το άρθρο του κυρίου Παπανικολάου. Για να εργαστούν οι περισσότεροι άνθρωποι χρειάζεται κίνητρο και το κίνητρο αυτό είναι η επιβίωση. Επίσης, πολύ λιγότερο αυτονόητη είναι η επιχειρηματικότητα. Για να επιχειρήσει κάποιος χρειάζεται κίνητρο και το κίνητρο αυτό είναι ο πλούτος. Κανείς δεν επιχειρεί αν ξέρει ότι τα χρήματά του θα του τα απαλλοτριώσει το κράτος, για να τα δώσει στην μη εργαζόμενη εκλογική του πελατεία. Χωρίς επιχειρηματικότητα δεν υπάρχουν δουλειές και χωρίς δουλειές δεν υπάρχει Ελλάδα. Άρα, χωρίς επιχειρηματικότητα δεν υπάρχει Ελλάδα. Ωστόσο, κλείνοντας, πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι ο κύριος Παπανικολάου έχει κάποιο δίκιο: Υπάρχουν δυο κατηγορίες ανθρώπων για τις οποίες πράγματι πρέπει να θεσπιστεί ένα βασικό εισόδημα. Η πρώτη κατηγορία είναι οι άνθρωποι οι οποίοι πραγματικά δεν μπορούν να εργαστούν για αντικειμενικούς λόγους, όπως είναι οι ανάπηροι και οι πολύ ηλικιωμένοι. Επίσης, βασικό εισόδημα θα πρέπει να θεσπιστεί ως ανταμοιβή αυτών που εργάζονται για την επιβίωση αυτής της χώρας και ανταμείβονται μόνο με ειρωνείες και περιφρόνηση. Αυτοί είναι οι πολύτεκνοι. Το φθινόπωρο που μας έρχεται, θα τεθεί αμείλικτα το δίλημμα: Ποιος θα πληρώσει την κρίση του κορωνοϊού; Πάλι οι συνήθεις ύποπτοι; Οι λιγοστοί (πραγματικά) εργαζόμενοι αυτής της χώρας; Αν η απάντηση στην κρίση θα είναι νέα υπερφορολόγηση του ιδιωτικού τομέα, για να περιοριστούν οι συνέπειες στους δημοσίους υπαλλήλους και στους συνταξιούχους, αυτό θα είναι το οριστικό τέλος αυτής της χώρας.
0 Comments
Με τον τρόπο του Γ.Σ. – Ένα ποίημα του Γιώργου Σεφέρη Του Χαράλαμπου Παπαδόπουλου Ταξιδεύοντας στην Ελλάδα υπάρχουν πολλά τοπωνύμια που σε πληγώνουν, όπως «Θερμοπύλες», όπου τις νύχτες εκδίδονται ανήλικες Ρομά ή «Ακαδημία Πλάτωνος», όπου Πακιστανοί έχουν στήσει την κουζίνα τους επί αρχαίου μνημείου.
Στο Πήλιο μέσα στις καστανιές, καθώς ανεβαίνεις την ανηφόρα, η θάλασσα νομίζεις ότι σε ακολουθεί, αλλά δεν είναι ότι ανεβαίνει η θάλασσα, η στεριά (η Ελλάδα) είναι που βουλιάζει κι ο πυρετός της ανεβαίνει «σαν τον υδράργυρο θερμομέτρου». Ωστόσο, μπορείς ακόμα να αγγίξεις στη Σαντορίνη τα νησιά που ολοένα βουλιάζουν κι ένα παλιό τραγούδι, που άκουσες τυχαία, θα σε πληγώσει και αυτό, θυμίζοντάς σου τη Σμύρνη. Στις Μυκήνες, η φαντασία σου, σαν ενός νεόπτωχου, γυρίζει για ένα απόγευμα σε «περασμένα μεγαλεία», αλλά όλα χάνονται «την αυγή που λάλησε η Κασσάντρα μ’ έναν κόκκορα κρεμασμένο στο μαύρο λαιμό της». Στις Σπέτσες, στον Πόρο και στη Μύκονο βλέπεις τα εγγλεζάκια να τριγυρίζουν μεθυσμένα. Ακριβώς πριν από 100 χρόνια, η Ελλάδα αποφάσισε να μην αλλάξει, να παραμείνει «μικρά πλην έντιμος», με «Εληά και βασιλιά, και στο Μενίδι σύνορα». Ήδη η μισή έχει συνωστισθεί στο λεκανοπέδιο της Αττικής, στον μικρόκοσμο του οποίου έχει μεγάλη διαφορά η Αθήνα από τον Πειραιά, η Ομόνοια από το Σύνταγμα. Η στρουθοκάμηλος, όταν βάζει το κεφάλι της μέσα στην άμμο, αισθάνεται μεγάλη γαλήνη και ηρεμία, σαν αυτή ενός ανθρώπου που «δεν ξέρει την πίκρα του λιμανιού». Είναι βολεμένη, σαν δημόσιος υπάλληλος ή σαν πενηντάρης συνταξιούχος. Το βόλεμα αυτό, ωστόσο, δεν είναι παρά μια φαντασίωση, γιατί η ιστορία δεν μπορεί να σταματήσει, όσο και αν το θέλουμε, όσο και αν για λίγο πιστέψαμε ότι τα έθνη και οι πόλεμοι έχουν τελειώσει. Έξω από τον μικρόκοσμό μας, το μεγάλο παιχνίδι της ιστορίας εξακολουθεί να παίζεται, με τον ίδιο τρόπο: Τα δημογραφικά, τα οικονομικά και τα στρατιωτικά μεγέθη μεταβάλλονται, για εμάς, χωρίς εμάς. Εμείς νομίζουμε ότι βρισκόμαστε στην Αττική, αλλά δεν βρισκόμαστε πουθενά, γιατί είμαστε εκτός τόπου και χρόνου. Σκεφτόμαστε μέσα από ιδεολογικά σχήματα, άσχετα με τον τόπο και τον χρόνο μας. Η πραγματικότητα δεν μας αφορά, την ίδια την ιστορία τη βαφτίσαμε ιδεολογική κατασκευή. Με σωσίτριχα κρύβουμε τα μαλλιά που μας έχουν πέσει και προσπαθούμε να στρώσουμε τις ρυτίδες, που μας έχει αφήσει ο χρόνος, ο οποίος πετάει σαν τα πετεινά τ’ ουρανού, δεν συλλαμβάνεται και δεν ακινητοποιείται. Όσο εμείς αρνούμαστε την ιστορία και την αλλαγή, η ιστορία υπάρχει και εξελίσσεται και παρασέρνει την Ελλάδα ολόκληρη, από τη Σαμοθράκη μέχρι τον Αμβρακικό, εκεί που δεν θα μας αρέσει. Κι αν «ὁρῶμεν ἀνθοῦν πέλαγος Αἰγαῖον νεκροῖς», ανθρώπους ανάμεσά μας να θυσιάζονται για ιδανικά που ξεχάσαμε, τον Τάσο Ισαάκ, τον Σολωμό Σολωμού, τον Κωνσταντίνο Κατσίφα, «είναι εκείνοι που θέλησαν να πιάσουν το μεγάλο καράβι με το κολύμπι, εκείνοι που βαρέθηκαν να περιμένουν τα καράβια που δεν μπορούν να κινήσουν». Βραδιάζει στον Πειραιά και τα καράβια σφυρίζουν, αλλά παραμένουν ακίνητα, κανένας εργάτης δεν κουνιέται για να τα βάλει μπρος, γι’ αυτό και «ο καπετάνιος μένει μαρμαρωμένος μες στ’ άσπρα και στα χρυσά». Του π. Χρυσοστόμου Παπαδάκη, Αρχιμανδρίτη του Οικουμενικού Θρόνου Από την ιστοσελίδα Διακόνημα. Η επιστολή του Ιερομονάχου Ευθυμίου δημοσιεύθηκε από ό,τι είδα στις 14 Απριλίου σε ‘’Πεμπτουσία’’ και ‘’Ρομφαία’’ ως ανοικτή επιστολή, και μία μέρα πριν στο ‘’Βήμα Ορθοδοξίας’’ ως περίπου …διάγγελμα αφού απευθύνεται ‘’προς τον λαό’’. Επί του κειμένου αυτού θα ήθελα να κάμω τα παρακάτω σχόλια: 1. Αρχικά διαμαρτύρεται, διότι χρησιμοποιήθηκε το όνομά του για λόγια που δεν είπε ή για λόγια του που διαστρέβλωσαν. Δεν είναι ο μόνος. Όργιο γίνεται στο διαδίκτυο με τέτοια φαινόμενα. Εμφανίσεις Αγίων, διαβεβαιώσεις των για θαύματα, παραγγελίες των και δεν συμμαζεύεται! Η προέλευσή τους βέβαια μέσα στο σκοτάδι της ανωνυμίας. Και επειδή ο ίδιος επικαλείται τον Άγιο Παΐσιο τον οποίο έζησε, θα θυμάται που έλεγε ότι υπάρχουν και ‘’ευλαβείς με βλάβη’’! Το ανέφερε και ο άγιος Αργολίδος κ. Νεκτάριος πρόσφατα σε εκτενές ωραίο άρθρο του. Δυστυχώς η ‘’βλάβη’’ αυτού του είδους έχει ποικιλομορφία και δεν απαντάται μόνο στους ως άνω, αλλά και σε κληρικούς όλων των βαθμών, μοναχούς, μοναχές και λαϊκούς. Και εννοείται πως είναι βλάβη …αδιάγνωστη. Έβαζαν λόγια στα στόματα των συγχρόνων Αγίων που γνωρίσαμε, και τότε που ζούσαν και τώρα που δεν είναι στη γη. Ως άνθρωποι κι αυτοί στενοχωρούντο, αλλά ως γνήσιοι Άγιοι ήξεραν πώς να διαχειριστούν το θέμα, δηλαδή απαθώς. Το πρόβλημα υπάρχει με αυτούς που δεν είναι Άγιοι, αλλά ζουν τη δαιμονική γλυκιά ψευδαίσθηση της αυθεντίας, αφού άφησαν, ή και θεοστυγώς καλλιέργησαν το να ‘’τους βγεί το όνομα’’ του αγίου ή του φωτισμένου. Στο τέλος και οι ίδιοι το πίστεψαν και φυσικά όταν δουν τα σκούρα δεν μπορούν να το διαχειριστούν όχι απλά απαθώς, αλλά ούτε καν στα πεζά συνήθη ανθρώπινα μέτρα. Σε συζήτηση που είχα κάποτε ο ίδιος με τον Άγιο Παΐσιο, μου είπε ότι ‘’πιο μεγάλο αγώνα έκαναν οι Άγιοι να κρύψουν την αρετή τους, παρά να την αποκτήσουν’’. 2. Γράφει : «Η πολιτεία πήρε μέτρα προστασίας, αλλά η Εκκλησία έχει τα δικά της εφόδια για την αντιμετώπιση του ιού, που τώρα ταπεινωμένη όσο ποτέ άλλοτε, αποδυναμωμένη και δεσμευμένη από την πολιτεία, αδυνατεί να τα παράσχη στους πιστούς της». Και αναφέρει για αγιασμούς και λιτανείες ιερών εικόνων και λειψάνων. Δεν πρέπει να ξεχνούμε, ότι η κάθε εποχή είχε τα δικά της χαρακτηριστικά γνωρίσματα που διαβάζουμε στην ιστορία. Τα δικά της πολιτεύματα διοικήσεως (τα ελεύθερα και τα της ποικίλης δουλείας επί αιώνες), καθώς είχε και την ιατρική της στα μέτρα που εκάστοτε είχε φθάσει, τα οποία μέτρα φυσικά και δεν συγκρίνονται με τα σημερινά επιτεύγματα της επιστήμης. Θαύματα πάντα γίνονταν, είτε με λιτανείες τέτοιες είτε χωρίς αυτές. Και βέβαια αποτελούσαν παρηγοριά όλα αυτά και ενίσχυση της πίστεως χωρίς να περιφρονούνται οι γιατροί και τα φάρμακα της εποχής. Ας μην ξεχνούμε όμως τη λοιμική ασθένεια της λέπρας που ήταν μια χρόνια κατάσταση. Αναρίθμητοι άνθρωποι πέθαναν απομονωμένοι σε όλες τις εποχές παγκοσμίως μέχρι που ό G.A. Hansen ανακάλυψε το μυκοβακτηρίδιο που την προκαλεί. Δεν ήταν μόνο η Σπιναλόγκα στην Πατρίδα μας (ιδρύθηκε το 1903 και έκλεισε το 1957) στην οποία συγκέντρωσαν τους λεπρούς που ζούσαν εκτός οικισμών σε όλη την Κρήτη απομονωμένοι, και στην οποία υπηρέτησε ως εφημέριος ο Ιερομόναχος Χρύσανθος Κατσουλογιαννάκης χωρίς να πάθει τίποτα, αν και τους κοινωνούσε και κατέλυε τα άχραντα μυστήρια. Υπήρχαν και σε άλλα μέρη όπως στο λεπροκομείο της Χίου με το οποίο συνδέθηκαν δύο Άγιοι ο Οσιος Άνθιμος της Χίου και ο Όσιος Νικηφόρος ο λεπρός Κρής, ο οποίος ετελειώθη στο ‘’Λοιμωδών Αθηνών’’ διακονούμενος από τον επίσης Κρήτα όσιο Ευμένιο τον Σαριδάκη. Δεν θεραπεύτηκαν οι δυστυχείς εκείνοι άνθρωποι από λιτανείες και αγιασμούς και περιφορές ιερών και οσίων της πίστεως. Ούτε από αυτή τη θεία Κοινωνία που ελάμβαναν, όπως τη λαμβάνουν και σήμερα καρκινοπαθείς που όμως πεθαίνουν, αλλά με το ‘’εφόδιον ζωής αιωνίου’’. Η Θεία Κοινωνία είναι ‘’φάρμακον αθανασίας’’ αλλά όχι κάτι το μαγικό που υποχρεώνει το Θεό να θεραπεύσει το πάσχον σώμα. Το μόνο βέβαιο ως αποδεδειγμένο βιωματικώς στην υπερδισχιλιετή ιστορία και ζωή της Εκκλησίας είναι ότι ουδέποτε μεταδόθηκε η οποιαδήποτε ασθένεια μέσω της Θείας Κοινωνίας. Οι λεπροί, λοιπόν, θεραπεύτηκαν όταν έφθασε σ αυτούς το ανακαλυφθέν φάρμακο. Και σήμερα ακόμη υπάρχει αυτή η λοιμική νόσος. Το 2001 νόσησαν μόνο στη νοτιοανατολική Ασία 668.000 άνθρωποι, αλλά υπάρχουν φάρμακα, όπως και για άλλες ασθένειες και μάλιστα λοιμικές ανακαλύφθηκαν και φάρμακα και εμβόλια. Δεν παρακολουθεί ο π. Ευθύμιος ή δεν τον πληροφορούν οι δικοί του για τις καθημερινές υπεύθυνες ανακοινώσεις των ειδημόνων λοιμοξιολόγων σε όλο τον κόσμο και στην Πατρίδας μας, για το πόσο πρωτοφανής είναι η επικινδυνότητα και η μεταδοτικότητα αυτού του φοβερού ιού, για τους καθημερινούς βασανιστικούς θανάτους παγκοσμίως που ανέρχονται σε πολλές δεκάδες χιλιάδων και ότι πολλοί σοροί μένουν στα αζήτητα και θάβονται χωρίς τα καθιερωμένα θρησκευτικώς, τα δε επιβεβαιωμένα κρούσματα που πλησιάζουν μέχρι τώρα τα δυο εκατομμύρια. Ούτε έχει ενημερωθεί για τα συστήματα υγείας προηγμένων χωρών που δεν άντεξαν να ανταποκριθούν, αλλά και πόσοι γιατροί και νοσηλευτές έχασαν τη ζωή τους θυσιαστικά. Μέσα στην ασφάλεια του σκητιώτικου μονυδρίου του και την επιλεγείσα από τον ίδιο ησυχία για πνευματική ζωή, δεν έχει συνειδητοποιήσει την οσμή του θανάτου που αοράτως περιφέρεται κυρίως στα μεγάλα αστικά κέντρα και από εκεί μεταδίδεται και στην επαρχία. Δεν έχει αντιληφθεί τι σημαίνει να πρέπει να προστατέψεις τους γονείς σου και την οικογένειά σου από αυτό το κακό. Ούτε υποψιάζεται ως Μοναχός με το όποιο του βαλάντιο, τι τσουνάμι έρχεται στη διεθνή οικονομία με συνέπειες και στην πληγωμένη από την δεκαετή κρίση Πατρίδα μας. Ορίστηκε και έγινε μια Παρασκευή παναγιορειτική αγρυπνία και λιτάνευση θαυματουργών εικόνων και αγίων λειψάνων, διαβάστηκαν ευχές, και εψάλη η Ακολουθία του Αγίου Χαραλάμπους. Αν αυτό αποτελούσε τη μόνη ασφάλεια για το Άγιο Όρος, γιατί έχει κλείσει τις εισόδους του και δεν δέχεται προσκυνητές; Γιατί μπήκαν σε καραντίνα οι προσβληθέντες και όσοι ήλθαν σε επικοινωνία με αυτούς, Μοναχοί Μονής που ήλθαν από το εξωτερικό όπου είχαν πάει ιερό λείψανο για προσκύνηση και το έφερναν πίσω και όμως είχαν κολλήσει τον ιό; Η διοίκηση του ιερού τόπου έχει έλλειμμα πίστεως; Όχι βέβαια! Και πίστη έχει αλλά και ευθύνη απέναντι στο σύνολο των Πατέρων του Όρους, απέναντι στην Εκκλησία και απέναντι στην Ελληνική Πολιτεία. Μάλιστα πριν από τη διυπουργική απόφαση να κλείσει το Άγιο Όρος, η Ι. Κοινότητα είχε αποφασίσει τη συμπόρευση με την κυβερνητική απόφαση. Αυτή η συναίσθηση της ευθύνης της αγιορειτικής διοικήσεως, έχει να κάνει με τη σύνεση που δεν την διαθέτουν οι ανεύθυνοι αιθεροβάμονες της πνευματικότητος. Όταν σε άλλα κράτη πεθαίνουν κατά χιλιάδες κάθε μέρα άνθρωποι όλων των ηλικιών και μάλιστα ηλικιωμένοι και ευπαθείς ομάδες, επειδή οι κυβερνήσεις τους άργησαν να πάρουν περιοριστικά μέτρα προς αποφυγή του συγχρωτισμού, ποια εκκλησιαστική αρχή θα έκανε την απερισκεψία να κάμει πολυπληθείς λιτανείες και προσκυνήσεις ιερών εικόνων και λειψάνων; Πώς θα βάσταζε το συνειδησιακό βάρος από την εξάπλωση του θανατικού που σίγουρα θα γινόταν; Και ποιος θα ξεσκανδάλιζε μετά τόσες ψυχές και ιδιαίτερα αυτούς που θα είχαν χάσει δικούς τους; Στέκει λογικά η φράση «αλλά η Εκκλησία έχει τα δικά της εφόδια για την αντιμετώπιση του ιού που τώρα ταπεινωμένη όσο ποτέ άλλοτε, αποδυναμωμένη και δεσμευμένη από την πολιτεία, αδυνατεί να τα παράσχη στους πιστούς της»; Στέκει ηθικά; Αντέχει σε πνευματικά κριτήρια; Μόνο ένα πράγμα ασφαλές θα μπορούσε να γίνει από αέρος, το οποίο και ευλογία θα παρείχε, και το ηθικό του εγκλείστου λαού θα τόνωνε, και ας υπήρχαν και οι είρωνες που πάντοτε θα υπάρχουν. Άλλωστε κατά τον Απόστολο Παύλο, «ου γαρ πάντων η πίστις», δηλ. δεν υπάρχει σε όλους η πίστη (Β΄ Θεσ. Γ,2). Αλλά αυτό και πάλι μόνο η Εκκλησία εάν το αποφάσιζε αρμοδίως θα μπορούσε να το κάνει με την άδεια και συνδρομή της Πολιτείας. Δηλαδή να διετίθετο στρατιωτικό ελικόπτερο στο οποίο να επεβιβάζετο ένας Ιερομόναχος με την Τιμία Ζώνη της Παναγίας μας και να έκανε τον γύρο των χερσαίων και θαλάσσιων συνόρων της Πατρίδος. Μπορεί κανείς να φαντασθεί την κατάνυξη, τις προσευχές και τα δάκρυα των ανθρώπων, αν ενημερώνονταν για την ώρα που θα περνούσε από τις περιοχές αυτές και ακούοντας τον ήχο του ελικοπτέρου και βλέποντάς το θα έβγαιναν στις αυλές, στις ταράτσες ή στα μπαλκόνια; Γράφει αβασάνιστα και διάφορα περί του φόβου κι ότι ‘’πρέπει να εκλείψει’’. Όμως αυτός ο φόβος είναι ο σωτήριος στο μέγα τούτο πρόβλημα. Γι αυτό και σε καθημερινή βάση υπενθυμίζεται από τους αρμόδιους φορείς ο κίνδυνος και η προσοχή στους τρόπους μεταδόσεως του ιού και τον κίνδυνο από τη χαλάρωση των μέτρων. Εκείνος μέσα στο ασφαλές καλογερικό του κατάλυμα, τί έχει να φοβηθεί; Δεν του είναι απαραίτητες οι μάσκες ούτε τα γάντια, διότι ούτε σε καταστήματα πρέπει να πάει να προμηθευτεί τρόφιμα για την οικογένειά του, ούτε με τα μέσα μαζικής κυκλοφορίας θα μετακινηθεί, ούτε σε υπηρεσίες θα πάει, ούτε υποχρεωτικές αποστάσεις θα κρατά από άλλους. Αναφέρει ως παράδειγμα το Τσέρνομπιλ, τότε που υπήρχε ο φόβος της ραδιενέργειας πάνω στα λαχανικά και συμβούλευε ο Άγιος Παΐσιος ‘’να τα σταυρώνουμε και να τα τρώμε άφοβα’’. Είναι συγκρίσιμα μεγέθη αυτά τα δύο, δηλαδή η υποψία κάποιας παρουσίας ραδιενέργειας στα λαχανικά που μακροπρόθεσμα πιθανώς να έβλαπτε, με τον πραγματικά παρόντα επιθετικό φονικό ιό που σε στέλνει με βασανισμό στον άλλο κόσμο μέσα σε λίγες μέρες; Έλεος… Και συμπληρώνει: «Αν ζούσε σήμερα, (ο Όσιος Παΐσιος) είναι αδιανόητο να τον βλέπαμε με μάσκα και γάντια, να έχη στην τσέπη του το μπουκάλι με το οινόπνευμα και να αποφεύγει τους ανθρώπους ή να τους μιλά από απόσταση». Ναι, πράγματι δεν θα τα έκανε αυτά αλλά γιατί; Διότι είχε την αγία ταπείνωση και θα έκανε υπακοή στην Εκκλησία σε ό,τι έχει αποφασίσει σε συνεργασία με την Πολιτεία. Την Εκκλησία που ασεβώς χαρακτηρίζει ο π. Ευθύμιος ‘’ταπεινωμένη όσο ποτέ άλλοτε, αποδυναμωμένη και δεσμευμένη από την πολιτεία’’. Έχοντας ο Όσιος χρόνο από την απουσία των πολλών επισκεπτών, κλεισμένος μέσα στο ταπεινό του καλύβι, θα έκανε εξαντλητικές πύρινες προσευχές. Πολύ δε περισσότερο, δεν θα έκρινε και δεν θα κατέκρινε -μάλιστα από διαδικτύου δίκην διαγγέλματος – τις σωτήριες αποφάσεις της Πολιτείας τις οποίες εγκωμιάζουν έγκυρα μέσα ενημέρωσης παγκόσμιας εμβέλειας και προσωπικότητες διεθνώς. Η έμπονη προσευχή της παρρησίας του σίγουρα θα θαυματουργούσε στο προσκέφαλο των πασχόντων, και στις αντοχές των γιατρών και νοσηλευτών. Και πάντως δεν θα συμφωνούσε με το κείμενο του π. Ευθυμίου, ούτε με την άστοχη χρήση της ιερής μορφής του πάνω από τον τίτλο (στη δημοσίευση της ‘’Ρομφαίας’’), ωσάν να επρόκειτο για κείμενο του ιδίου του Οσίου. Προφανής η σκοπιμότητα … Σε ό,τι αφορά το θέμα της θείας Λειτουργίας: Ο π. Ευθύμιος λειτουργεί στο εκκλησάκι του και κάνει τις Ακολουθίες του απρόσκοπτα. Δεν βιώνει τον πόνο των κληρικών που διακονούν στον κόσμο και τον πόνο των ευσεβών ανθρώπων που στερούνται τις Ακολουθίες και κυρίως τη Θεία Κοινωνία. Θεωρητικά μπορεί να γράφει ό,τι θέλει. Οι Επίσκοποι και οι εφημέριοι όμως είναι αυτοί που πρακτικά και όχι θεωρητικά πονούν διπλά, αφού πονούν και για τον χειμαζόμενο λαό του Θεού. Αλλά δεν αντιστρατεύονται σε αυτό που η Εκκλησία ζήτησε ως υπακοή για τους έκτακτους αυτούς λόγους, τους πρωτόγνωρους και σοβαρότατους. Η Εκκλησία ξεκαθάρισε τα πράγματα σε ό,τι αφορά το αδιαπραγμάτευτο θέμα της Θείας Κοινωνίας και της αιώνιας αλήθειας περί αυτής. Το διαχώρισε ξεκάθαρα από τον επικίνδυνο συγχρωτισμό δια του οποίου μεταδίδεται πολύ εύκολα ο φονικός ιός όπου αυτός υπάρχει, και μέσα δηλαδή στην Εκκλησία κατά τις Ακολουθίες. Διάβασα με συγκίνηση στο ‘’Φως Φαναρίου’’, επίκαιρο σύντομο άρθρο του Πρωτοπρεσβυτέρου π .Γεωργίου Τσέτση με τίτλο «Ανοινώνητοι μεν Ορθόδοξοι δε» και το προτείνω για μελέτη ενθέρμως. Τα πραγματικά ιστορικά περιστατικά τα οποία αναφέρει, αρκούν για να οδηγήσουν στο σωστό δρόμο σκέψης. Επίσης προτείνω τη συνέντευξη του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Μεσσηνίας κ. Χρυσοστόμου, διαπρεπούς και λογίου Ιεράρχου της Εκκλησίας της Ελλάδος, στο διεθνές πρακτορείο εκκλησιαστικών ειδήσεων ‘’Ορθοδοξία’’. Με τη σοφία και τον δυναμισμό που τον διακρίνει, κάνει ξεκάθαρες τοποθετήσεις, χρήσιμες για όλους. Η Εκκλησία με τη διοικητική διάρθρωσή της, είναι αυτή που έχει την ποιμαντική ευθύνη απέναντι στον Θεό, απέναντι στο λαό του Θεού και απέναντι στην Νόμω Κρατούσα Πολιτεία. Από την Εκκλησία αντλεί και την ιερωσύνη δια της χειροτονίας του ο π. Ευθύμιος, αλλά και αυτή τη μοναχική κουρά του την οποία τέλεσε κάποιος ιερεύς, όπως και το βάπτισμά του που τέλεσε κάποτε άλλος Ιερεύς. Αυτή λοιπόν η Εκκλησία που έχει την ποιμαντική ευθύνη, δεν ζήτησε τη γνώμη του, πολύ δε περισσότερο την άδειά του για το τι θα έπραττε. Και φυσικά δεν τον τιμά η λεγόμενη ‘’παρέμβασή’’ του από το διαδίκτυο. Ως αγιορείτης δε, εκκλησιαστικά ανήκει στο Οικουμενικό Πατριαρχείο το οποίο έχει αποφανθεί για το θέμα, και η απόφασή του εφαρμόζεται στις τοπικές Εκκλησίες του κλίματός του. Έργο του εν λόγω Ιερομονάχου είναι μόνο τα μοναχικά του καθήκοντα και τα λειτουργικά του ως ιερέως, καθώς και η φροντίδα των υποτακτικών του Μοναχών μέσα στο χώρο της ασκήσεώς του, δηλαδή του σκητιώτικου μονυδρίου του που είθισται να αποκαλείται καλύβη, που πάλι η Εκκλησία στην οποία ανήκει του έδωσε δια της κυριάρχου Μονής. Η αληθής μοναχική συνείδηση συμβαδίζει πάντα με το γνήσιο εκκλησιαστικό φρόνημα. Κανείς που θεωρεί τον εαυτό του μέλος της Εκκλησίας του Χριστού δεν είναι αυτόνομος και αναρχικός. Και δεν εννοώ -Θεός φυλάξοι-την αποτείχιση που είναι η υπογραφή της αυτοκαταδίκης. Αυτονομίες και αναρχίες είναι και τα τέτοιου είδους…. μπαϊράκια τα υπαγορευόμενα από τους ‘’εκ δεξιών πειρασμούς’’. Στην Εκκλησία και ο ερημίτης έχει Επίσκοπο, αφού εκεί που κοινωνεί μνημονεύεται ο Επίσκοπος του τόπου, εξ ονόματός του οποίου ο ιερεύς τελεί τη Θεία Λειτουργία, πολύ δε περισσότερο πρέπει να το αντιλαμβάνεται αυτό αν είναι και ο ίδιος Ιερεύς. Το άγιο σχήμα που φορεί, δεν του επιτρέπει να αποφαίνεται. Δεν μπορεί να δημιουργεί συνειδησιακά προβλήματα δια της υποκινήσεως παρακοής στο ποίμνιο της Εκκλησίας πάνω στο οποίο δεν έχει δικαιώματα, και να έχει την ιδέα ότι κάνει και ομολογία πίστεως, εκτός αν έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του, πράγμα που καθιστά την περίπτωσή του ακόμη πιο προβληματική. Η στενή γνωριμία π.χ. με ένα σύγχρονο Άγιο περιποιεί τιμή, αλλά και συνεπάγεται περισσότερη ευθύνη και απαιτεί περισσότερη προσοχή. Δεν παρέχει προσωπικό κύρος, ούτε αυθεντία. Θυμίζω το του Κυρίου: «Μη δόξητε λέγειν πατέρα έχομεν τον Αβραάμ, λέγω γαρ υμίν ότι δύναται ο Θεός εκ των λίθων εγείραι τέκνα τω Αβραάμ». Δηλαδή, μην αυταπατάσθε λέγοντας ‘’εμείς καταγόμαστε από τον Αβραάμ’’. Να είστε βέβαιοι πως ο Θεός, ακόμη και από αυτές τις πέτρες μπορεί να κάνει απογόνους του Αβραάμ (Ματθ.3,9). Όποιος αγαπά την Εκκλησία φέρεται εντελώς διαφορετικά. Πλήθος παραδειγμάτων θα μπορούσε κανείς να αναφέρει από τη ζωή και τη διδασκαλία των συγχρόνων Αγίων που βρίσκονται στα βιβλία. Καταγγέλλει ακόμη στο κείμενό του όπως και κάποιοι άλλοι, ότι ‘’τα μέτρα που επιβάλλει η νυν κυβέρνηση είναι αντισυνταγματικά, δυσβάσταχτα, υπερβολικά και άνισα προς τους Έλληνες Ορθοδόξους, ενώ έχουν δημιουργήσει ένα κλίμα τρομοκρατίας, το οποίο επιδεινώνουν τα ΜΜΕ». Δυσβάσταχτα είναι, ναι, αλλά επιβλήθηκαν για την προστασία της ζωής μας. Υπερβολικά και άνισα για τους Ορθοδόξους; Πώς και ποιά; Αντισυνταγματικά; Το λένε και άλλοι. Ας τα συζητήσουν αυτά οι νομικοί όταν θα έχει περάσει το κακό. Εμάς δεν μας αφορά νομικά το θέμα, διότι εμείς υπακούομε στην Εκκλησία η οποία δέχθηκε Συνοδικώς τα μέτρα αυτά για το καλό μας. Κλίμα τρομοκρατίας; Τρομοκράτης είναι μόνο ο φονιάς ιός. Αυτός είναι που δημιουργεί τέτοιο κλίμα. Οι συστάσεις των επιστημόνων και τα μέτρα της Πολιτικής Προστασίας για όλο το λαό της είναι η μη ευχάριστη, πλην σώζουσα άμυνα. Του θυμίζω, λοιπόν, ότι στην Ελλάδα που υπάγεται και το Άγιο Όρος, έχομε Συντεταγμένη Πολιτεία, δηλαδή οργανωμένη με νόμους, και διοικούν κυβερνήσεις δημοκρατικά εκλεγμένες. Εκτός από μέλη της Εκκλησίας, είμεθα και πολίτες αυτής της χώρας με ό,τι αυτό συνεπάγεται. Για το τελευταίο θα του απευθυνθώ προσωπικά. Γράφεις, πάτερ Ευθύμιε: «Από πολλούς αναμένεται εναγωνίως η νίκη κατά του κορωνοϊού με την εφεύρεση του εμβολίου, το οποίο θα είναι υποχρεωτικό για όλους. Εμείς αρνούμαστε να κάνωμε το εμβόλιο», και αναφέρεσαι σε παραδείγματα κάποιων παρενεργειών άλλων εμβολίων και όχι στα πολλά εκατομμύρια των ανθρώπων που έχουν σωθεί από αυτά, για να φτάσεις να γράψεις, «εμείς έχομε ανώτερα εμβόλια και ‘’φάρμακα αθανασίας’’, τα άγια Μυστήρια. Γιατρούς δοκιμασμένους και ειδικούς για τον ιό, τον άγιο Χαράλαμπο, τον άγιο Βησσαρίωνα Δουσίκου, που είναι για την πανώλη και τόσους άλλους Αγίους». Πώς το αντέχει η συνείδησή σου, πάτερ, και τα γράφεις αυτά απευθυνόμενος ‘’προς τον λαόν’’; Καταλαβαίνεις το κακό που κάνεις; Συνειδητοποιείς αυτόκλητε καθοδηγέ, προς τα πού προτρέπεις τους ανθρώπους που σε πιστεύουν; Πώς τολμάς να παίρνεις και να δημοσιεύεις τέτοια ευθύνη για την υγεία των ανθρώπων, αντί να πονέσουν τα γόνατά σου και ό ιδρώτας σου να τρέχει «ωσεί θρόμβοι αίματος» (Λουκ.22,44) προσευχόμενος στο ασφαλές κελί σου, με πόνο και φιλότιμο για τους απανταχού επιστήμονες ερευνητές που ξενυχτούν στα εργαστήριά τους για να βρουν το φάρμακο και το εμβόλιο κατά του ιού και να πάρουν από τα νύχια του χάρου αναρίθμητες ζωές; Βάλε νοερά τον εαυτό σου στο κρεββάτι της εντατικής και από πάνω σου δες την αγωνία των γιατρών και των νοσηλευτών που πασχίζουν να σε κρατήσουν στη ζωή αρπάζοντάς σε από ένα άγνωστο, ύπουλο, απρόβλεπτο και ισχυρό εχθρό. Δεν είναι υπερβολή ο λόγος χριστιανού διανοητή που επικαλείται στο άρθρο του ο Σεβ. Αργολίδος, ότι δηλαδή ‘’τώρα ο Θεός δοξάζεται στα νοσοκομεία και στις μονάδες εντατικής θεραπείας’’. Πώς και με ποια αδιάσειστα αποδεικτικά στοιχεία μπορείς να λες, να γράφεις και να δημοσιεύεις τις εκ της σπερμολογίας κινδυνολογίες; Ποιοι είναι οι «κορυφαίοι γιατροί και επιστήμονες (που) επισημαίνουν ότι αυτά που γίνονται είναι τεστ πειθαρχίας για να χειραγωγούν τους ανθρώπους εκεί που θέλουν»; Αν υπάρχουν αυτοί και όσο κορυφαίοι και αν θεωρούνται (αλήθεια από ποιους;), αν τους πετύχει ο ιός θα πάψουν για πάντα να είναι κορυφαίοι, γιατί απλώς δεν θα ζουν…! Αλλά όλο το μπλα – μπλα εγράφη για να φτάσει στο γνωστό γλυφιτζούρι περί του ‘’σφραγίσματος του Αντιχρίστου" που τώρα ξέφτισε, ανόστησε και δεν πιάνει πια προς μεγάλη θλίψη των ‘’ευλαβών με βλάβη’’ επενδυτών του, που πριν χρόνια είχαν προκαλέσει εφιάλτη στους ανθρώπους και είχανε γίνει πρόξενοι κατανάλωσης ποσότητος ψυχοφαρμάκων. Και ιδού το καταληκτήριο ερώτημά σου αρτισμένο και με πολιτικολογία : «Αυτούς τους ανθρώπους που μας υποδούλωσαν στους ξένους δανειστές και τώρα μας οδηγούν στη σκλαβιά του Αντιχρίστου, είναι δυνατόν να τους εμπιστευθούμε;». Εδώ, μόνο το Κύριε ελέησον αρμόζει 40 φορές… Τους απλοϊκούς αναγνώστες του κειμένου σου προτρέπω να διαβάσουν στο διαδίκτυο, τα όσα είχε πει ο μεγάλος Άγιος των ημερών μας Πορφύριος στον π. Αθανάσιο Σιμωνοπετρίτη, τότε κατά την περίοδο της αντιχριστολογίας, και που έχουν τυπωθεί σε βιβλίο του Ησυχαστηρίου του ‘’Ανθολόγιο Συμβουλών του Γέροντος Πορφυρίου’’ εκδ. Σταμούλη. Μπορείτε να τα διαβάσετε αν πατήσετε τη φράση ‘’Ο Άγιος Πορφύριος για το 666 και τον Αντίχριστο’’. Για να μην μακρύνει περισσότερο το άρθρο μου δεν τα μεταφέρω εδώ. Το λοιπόν, αδελφέ, ταπεινώσου ‘’εις εαυτόν ελθών ‘’ και βάλε σε τάξη τους λογισμούς σου, γιατί ούτε κανείς Παΐσιος είσαι, ούτε κανείς φωτισμένος. Δύο αποτελεσματικές συμβουλές ακόμη θα σου δώσω από το βίο του Μεγάλου Αρσενίου (μνήμη 8 Μαίου) για το καλό το δικό σου και το καλό των ανθρώπων: α) Προσευχόμενος ο Άγιος έλεγε, ‘’Κύριε οδήγησέ με πώς να σωθώ’’. Και η απάντηση του Θεού διά φωνής ήταν, ‘’Αρσένιε, φεύγε, σιώπα, ησύχαζε, διότι αυτές είναι οι ρίζες της αναμαρτησίας’’. β) Πάντα επανελάμβανε στον εαυτό του τη φράση, ‘’Αρσένιε, μέμνησο δι ο εξήλθες’’. Δηλαδή, θυμήσου για ποιο λόγο άφησες τον κόσμο. Καλή Ανάσταση και καλή φώτιση Εθνομηδενισμός και λαϊκισμός στη μεταπολίτευση Του Χαράλαμπου Παπαδόπουλου Οι έννοιες του Λαού και του Έθνους συχνά συγχέονται μεταξύ τους, αν και έχουν θεμελιώδεις διαφορές: Η έννοια του Έθνους είναι ευρύτερη από την έννοια του Λαού. Περιλαμβάνει τον Λαό, τις άρχουσες τάξεις, τους προγόνους, οι οποίοι κληροδότησαν στις σημερινές γενιές ένα σύνολο αξιών, πολιτιστικών στοιχείων και παραδόσεων, καθώς και τις μελλοντικές γενιές, στις οποίες θα πρέπει να μεταλαμπαδευτούν οι ίδιες αξίες, προκειμένου το Έθνος να συνεχίσει να υπάρχει.
Στην έννοια του Λαού δεν περιλαμβάνονται ούτε οι πρόγονοι, ούτε οι μελλοντικές γενιές, ούτε οι εθνικές αξίες και τα άλλα πολιτιστικά στοιχεία (π.χ. η θρησκεία, η γλώσσα, η ιστορική συνείδηση κτλ), που μεταβιβάζονται από την κάθε γενιά στην επόμενη. Λαός είναι μόνο οι σημερινοί πολίτες, Έλληνες ή μετανάστες, που απλά έχουν κοινά ταξικά χαρακτηριστικά. Κατά τη διάρκεια της μεταπολίτευσης και μάλιστα στην ύστερη περίοδό της, η αξία του Έθνους είτε απορρίπτεται εντελώς, είτε αντιμετωπίζεται με καχυποψία και τίθεται σε μια προκρούστεια κλίνη, όπου αποκόπτονται τα πολιτιστικά στοιχεία του Έθνους που δεν είναι αρεστά. Συνήθως το λιγότερο αρεστό είναι η ορθόδοξη χριστιανική πίστη, αλλά εκτός από αυτήν δεν είναι αρεστά ούτε τα λόγια και αρχαϊκά στοιχεία της γλώσσας, αλλά ούτε και ορισμένες περίοδοι της ιστορίας, ιδίως μάλιστα αυτές που συνδέονται έντονα με τη χριστιανική πίστη, όπως η τουρκοκρατία και η βυζαντινή περίοδος. Αντίθετα, καθ’ όλη τη μεταπολιτευτική περίοδο, μέχρι τουλάχιστον το δημοψήφισμα του ‘15, ο Λαός εθεωρείτο ως η υπέρτατη αξία. Η κριτική στον λαό θεωρούνταν ακραία συντηρητική, αυταρχική ή ελιτίστικη και οδηγούσε τους εκφραστές της στην περιθωριοποίηση. Η πολύ διαφορετική αξιοδότηση του Έθνους σε σχέση με τον Λαό είχε σαν αποτέλεσμα, με πολλούς και διάφορους τρόπους, το Έθνος να θυσιάζεται για χάρη του Λαού. Αυτό έγινε πρώτα από τις ελίτ, οι οποίες έχουν έμμεσο συμφέρον, επειδή αντλούν την εκλογική τους νομιμοποίηση από την ικανοποίηση του λαού, αλλά υποστηρίχθηκε και συνεχίζει να υποστηρίζεται και από τον ίδιο το λαό, ο οποίος έχει το άμεσο συμφέρον. Η εγκατάλειψη της Κύπρου το 1974 ακρωτηρίασε το έθνος αλλά βόλεψε τον λαό. Η κατάργηση της ιστορικής ορθογραφίας διευκόλυνε τους μαθητές, αλλά ακρωτηρίασε τη γλώσσα (που είναι στοιχείο του Έθνους). Η νομιμοποίηση των εκτρώσεων «απελευθέρωσε» σεξουαλικά τον λαό, αλλά εξόντωσε τις μελλοντικές γενιές (που είναι στοιχείο του Έθνους). Η εγκατάλειψη της παραγωγής και η τεράστια διόγκωση του δημοσίου τομέα έγινε με δανεικά. Τα δανεικά όμως είναι χρήματα που απολαμβάνει ο λαός, αποσπώντας τα από τις μελλοντικές γενιές (που είναι στοιχείο του Έθνους). Το συνταξιοδοτικό σύστημα δομήθηκε σαν απάτη τύπου πυραμίδας. Οι γενιές της μεταπολίτευσης βγήκαν στη σύνταξη νέοι και με μεγάλες συντάξεις, στη διάρκεια της κρίσης το βάρος των μειώσεων και της αύξησης των ορίων ηλικίας έπεσε στις νέες συντάξεις. Τελικά το μεγαλύτερο βάρος θα πέσει στις μελλοντικές γενιές (που είναι στοιχείο του Έθνους), που θα πάρουν ελάχιστη ή καθόλου σύνταξη. Η μετανάστευση προσφέρει εύκολα κέρδη σε μερίδες του λαού, αλλά καταστρέφει τη συνοχή του Έθνους. Η μείωση των εξοπλισμών απελευθερώνει πόρους για κοινωνικές δαπάνες προς όφελος του λαού, η μείωση της θητείας ωφελεί τους νέους και η μη άσκηση των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας ρίχνει την καυτή πατάτα στις μελλοντικές γενιές. Σε όλες τις περιπτώσεις ο λαός ωφελείται, σε βάρος του έθνους. Τέλος, η παράδοση στους σκοπιανούς της μακεδονικής γλώσσας και εθνότητας εξασφάλισε για τον λαό τη μη περικοπή των συντάξεων, σε βάρος της ιστορικής συνέχειας του Έθνους. Συνάγεται επομένως, ότι ο Λαός και το Έθνος είναι αξίες αντιθετικές. Το Έθνος ως αξία μεταβιβάζει ευθύνες στους ώμους του Λαού και των αρχουσών τάξεων. Ο Λαός ως αξία, αντίθετα, αποφορτίζει τον λαό από ευθύνες, τον προικίζει με δικαιώματα και εξαγοράζει τη λαϊκή συναίνεση προς όφελος των αρχουσών τάξεων. Αυτά όμως επιτυγχάνονται σε βάρος του Έθνους. Έχει γίνει του συρμού να κατηγορείται ο λεγόμενος εθνολαϊκισμός. Οι εθνολαϊκιστές, όμως, όπως π.χ. ο Καμμένος, απλά επικαλούνται το έθνος ως εθνοκάπηλοι, χωρίς να κάνουν τίποτα για να το ωφελήσουν. Το ουσιώδες χαρακτηριστικό τους είναι ο λαϊκισμός και με βάση αυτό συμπορεύτηκαν με τους λαϊκιστές της Αριστεράς. Η καταστροφή της χώρας όμως ήρθε από τον λαϊκιστικό εθνομηδενισμό, τον οποίον συνεχίζει και η σημερινή κυβέρνηση, ακολουθώντας πιστά τα χνάρια των προηγούμενων: Οι συντάξεις και το μισθολογικό κόστος του δημοσίου αυξάνεται, η φορολογία δεν μειώνεται σημαντικά, η άμυνα εγκαταλείπεται και η μετανάστευση προωθείται. Ο λαός ή μερίδες του Λαού ωφελούνται, αλλά το Έθνος θυσιάζεται. Πλήρης κατάργηση κάθε πρόνοιας για τους πολύτεκνους στο νέο σύστημα διορισμών εκπαιδευτικών Του Χαράλαμπου Παπαδόπουλου Με το νέο σύστημα διορισμών εκπαιδευτικών, που ψηφίστηκε πριν μερικές ημέρες, απαλείφθηκε κάθε πρόνοια για τους πολύτεκνους εκπαιδευτικούς, με αποτέλεσμα, από τον Σεπτέμβριο, πάνω από χίλιες πολύτεκνες οικογένειες αναπληρωτών να βρεθούν χωρίς δουλειά.
Με το νέο σύστημα, οι υποψήφιοι εκπαιδευτικοί, για κάθε παιδί τους, λαμβάνουν μόλις 3 μόρια, όσα αντιστοιχούν σε 3 μόλις μήνες προϋπηρεσίας, ενώ ένα μεταπτυχιακό, ακόμα και σε άσχετο αντικείμενο με τη θέση, αποτιμάται σε 20 μόρια και ένα επίσης άσχετο διδακτορικό σε 40. Οι πολύτεκνοι εκπαιδευτικοί, εκ των πραγμάτων δεν διαθέτουν ακαδημαϊκά προσόντα εφάμιλλα των ατέκνων, για τον απλό λόγο ότι η ανατροφή πολλών παιδιών δύσκολα συμβιβάζεται με το ανελέητο κυνήγι τυπικών προσόντων, στο οποίο κατευθύνει τους εκπαιδευτικούς το νέο σύστημα διορισμών. Επίσης, ένας πολύτεκνος εκπαιδευτικός δεν μπορεί να μετακινείται από το ένα νησί στο άλλο, όπως οι άτεκνοι, προκειμένου να συλλέγει μόρια προϋπηρεσίας. Ωστόσο, με γνώμονα το εθνικό συμφέρον, η συνεισφορά του πολυτέκνου στην αντιμετώπιση της δημογραφικής παρακμής είναι ασύγκριτα σημαντικότερη από την κατοχή τυπικών ακαδημαϊκών προσόντων. Βέβαια, η κυβέρνηση της Αριστεράς έχει αποδείξει, ότι πραγματικός εχθρός της δεν είναι ο καπιταλισμός και ο ιμπεριαλισμός, αλλά η ελληνική ιδιοπροσωπία και ταυτότητα. Κατά συνέπεια, η στάση της έναντι των πολυτέκνων είναι απολύτως αναμενόμενη. Του Χαράλαμπου Παπαδόπουλου Η απόφαση του Αρτέμη Σώρρα να καλέσει τους υποστηρικτές του να αποπληρώσουν τα χρέη τους με ζεστό χρήμα κλείνει οριστικά έναν κύκλο οκτώ ετών, κατά τη διάρκεια του οποίου είχε γίνει πιστευτό από ένα σημαντικό έως πλειοψηφικό τμήμα της ελληνικής κοινωνίας, ότι η διέξοδος από την κρίση θα μπορούσε να προκύψει χωρίς μόχθο, αλλαγή νοοτροπίας και τρόπου ζωής. Σήμερα, αν και μια αυξανόμενη μειοψηφία αντιλαμβάνεται την ανάγκη του μόχθου ως μόνης διεξόδου, η συντριπτική πλειοψηφία παραμένει με μια αίσθηση παραίτησης μπροστά στο αδιέξοδο.
Τα αίτια αυτής της παραίτησης είναι πολλά: Ο μεγάλος μέσος όρος ηλικίας, η γενικευμένη αποχαύνωση, η μεγάλη απομάκρυνση, ιδιαίτερα των νεώτερων γενεών, από ηθικές και συλλογικές αξίες, ο διάχυτος μηδενισμός. Όλα αυτά δημιουργούν πάντως μια αίσθηση, ότι μια ρεαλιστική διέξοδος από την παρακμή, ακόμα και αν υπάρχει, δεν μας συμφέρει. Ή για να το θέσουμε πιο ωμά, «λεφτά υπάρχουν», αλλά είναι αυτά που μπαίνουν στις τσέπες μας, χωρίς να έχουμε μοχθήσει για αυτά. Έτσι, ενώ έχουμε ως έθνος όλα τα διαθέσιμα μέσα για να σταματήσουμε τον συλλογικό μας κατήφορο και να πιάσουμε επί τέλους πάτο, αποφεύγουμε σχεδόν πλήρως τη σχετική δημόσια συζήτηση, ακόμα και τη σκέψη περί των μέσων της διεξόδου, γιατί γνωρίζουμε ότι είναι οδυνηρά. Άλλωστε, η κατηγορία του «κοινωνικού αυτοματισμού» εκτοξεύεται περιφρουρώντας τις προνομιούχες κοινωνικές ομάδες, όπως και η αντίληψη της κοινωνικής δικαιοσύνης, όχι ως καθολικής ισότητας παραγωγικότητας και απολαβών, αλλά ως ισότητας αναγκών και απολαβών, η οποία εφαρμόζεται, α λα καρτ, ανάλογα με την εγγύτητα κάθε κοινωνικής ομάδας στην πολιτική εξουσία. Επίσης, στην Ελλάδα, παραδοσιακά, σχεδόν τα πάντα «επαφίονται στον πατριωτισμό των Ελλήνων», κάτι που φυσικά οδηγεί στην καταστροφή, όταν αυτός ο πατριωτισμός απλά δεν υπάρχει ή μπαίνει σε δεύτερη μοίρα, όπως συμβαίνει σήμερα. Άλλωστε, λόγω του «αναρχικού» ελληνικού χαρακτήρα, ο πατριωτισμός βιώνεται ως ένα αίσθημα ενθουσιασμού και, ως γνωστόν, οι ενθουσιασμοί έχουν κοντά ποδάρια. Αυτό έχει μεγάλη σχέση με το λειψό και ανολοκλήρωτο των εθνικών μας προσπαθειών. Θα μας ωφελούσε νομίζω, αν απαλύναμε λίγο τον «αναρχισμό» μας και γινόμασταν λίγο περισσότερο «Γερμανοί», απενοχοποιώντας και επαναξιοδοτώντας έννοιες όπως η πειθαρχία, η υπακοή και οι ηθικές και συλλογικές υποχρεώσεις. Αν κανείς λάβει υπόψιν του σε όλη την έκταση την κρισιμότητα της εθνικής μας κατάστασης, αντιλαμβάνεται την ανάγκη ταχείας και ριζικής επέμβασης στις βασικές μας παθογένειες, που αφορούν το δημογραφικό, το μεταναστευτικό, τη στρατιωτική ισχύ και την αυτόκεντρη παραγωγική μας ανασυγκρότηση. Το οριακό σημείο στο οποίο βρισκόμαστε επιτάσσει τη λήψη αποφασιστικών μέτρων στα πλαίσια μιας συνειδητής εθνικής προσπάθειας, στην οποία θα πρέπει να συμμετάσχουν όλες οι εθνικά σκεπτόμενες πολιτικές δυνάμεις. Χρειαζόμαστε ένα μνημόνιο εθνικής σωτηρίας, που θα μεταφέρει πόρους, που σπαταλούνται αλλού, ώστε να διατεθούν ακριβώς για την ανάσχεση των κρίσιμων αδυναμιών μας, αλλά και που θα διαμορφώσει άλλα ήθη, αξίες και τρόπους ζωής στην ελληνική κοινωνία. Η πολιτική της κυβέρνησης της αριστεράς, αν αντιστραφεί κατά 180 μοίρες, δείχνει τη διέξοδο από την παρακμή. Για παράδειγμα, πρόσφατα περικόπηκαν τα επιδόματα των πολυτέκνων και των τριτέκνων, ώστε να ενισχυθούν αυτοί που έχουν 1 ή 2 παιδιά. Επίσης, οι αυτοαπασχολούμενοι, οι παραγωγικές επιχειρήσεις και οι μισθωτοί του ιδιωτικού τομέα συντρίβονται, για να διατηρηθεί ο τρόπος ζωής αυτών που έχουν πάρει σύνταξη ή που εργάζονται ανάλογα με τον πατριωτισμό τους. Τα σύνορα ανοίγουν για να μπει το νέο προλεταριάτο, που θα γκρεμίσει τον καπιταλισμό και τον εθνικισμό, ενώ η απειλή της Τουρκίας και οι αξιώσεις των Σκοπιανών αντιμετωπίζονται με διάθεση παραχωρήσεων προς τους πάντες, ώστε να διαφυλαχθεί το «μείζον», που είναι η παραμονή της αριστεράς στην εξουσία... Εκ του αντιθέτου, μπορούμε να δούμε ορισμένα βασικά στοιχεία της μόνης δυνατής διεξόδου: Αποφασιστική μείωση της φορολογίας των παραγωγικών κλάδων μέσω αντίστοιχης μείωσης των δημοσίων δαπανών, αποφασιστική ενίσχυση των πολυτέκνων, μέσω αντίστοιχης επιβάρυνσης των ατέκνων και ολιγοτέκνων, αύξηση της στρατιωτικής θητείας στα επίπεδα χωρών που αντιμετωπίζουν την ίδια ανισορροπία δυνάμεων, ταχεία κάλυψη όλων των κενών της εθνικής μας άμυνας με περικοπή πόρων από τις δημόσιες δαπάνες, αλλά και ριζική αντιστροφή των αξιών που μεταδίδονται μέσω της τηλεόρασης και της εκπαίδευσης. Ωστόσο, το ερώτημα είναι, ποιος θα συμφωνήσει σε ένα τέτοιο πρόγραμμα; Πόσες είναι οι ψήφοι των πολυτέκνων, των παραγωγικών επαγγελματιών και πόσες των ατέκνων, ολιγοτέκνων, συνταξιούχων και δημοσίων υπαλλήλων; Πόσοι θα συμφωνούσαν σε δίχρονη υποχρεωτική στράτευση στα 18; Έτσι, η μόνη δυνατή διέξοδος, παραμένει αδιανόητη, επειδή απειλεί το ήθος και τον τρόπο ζωής της μεγάλης πλειοψηφίας του εκλογικού σώματος. Ένα ποίημα του Γιώργου Σεφέρη για όλους εμάς, που γεννηθήκαμε το 1922. Του Χαράλαμπου Παπαδόπουλου Θα πάρουμε τη δόση; Τι θα γίνει με τη δέκατη τρίτη σύνταξη; Θα μονιμοποιηθούν οι συμβασιούχοι; Αυτά και άλλα παρόμοια είναι τα θέματα που μας απασχολούν σήμερα. Την ίδια στιγμή, στην Αίγυπτο, οι τζιχαντιστές σταματούν ένα λεωφορείο από κόπτες προσκυνητές και τους προτείνουν μια από δύο επιλογές, είτε να απαγγείλουν την ισλαμική ομολογία πίστεως, είτε να μαρτυρήσουν. Όλοι τους αρνούνται και οι τζιχαντιστές τους πυροβολούν έναν – έναν, στο κεφάλι, εξ’ επαφής. Όλα αυτά όμως είναι πολύ μακρινά για να μας απασχολήσουν, έστω και ελάχιστα. Ο μικρόκοσμός μας μοιάζει με την επίπεδη επιφάνεια μιας ήσυχης λίμνης.
Οι μεγάλες ιδέες, τα οράματα και τα ιδανικά, «οι δρόμοι που τυλίγαν βουνά και γεννούσαν άστρα», έχουν από καιρό πνιγεί μέσα στην ήσυχη λίμνη. Τώρα ψάχνουμε να βρούμε τον καλύτερο διαχειριστή ή αυτόν που είναι πιο γνήσιος αριστερός και πιο ψυχοπονιάρης. Στον ελεύθερο χρόνο μας διασκεδάζουμε με πόρνες, κίναιδους και άλλους σελέμπριτις. Ακριβώς όπως είχε προβλέψει, ενάμισυ αιώνα πριν, ο Τυπάλδος – Ιακωβάτος, δεν έχουμε μείνει παρά «ολίγοι, ενασχολούμενοι περί την κοιλίαν και τα υπό την κοιλίαν». Μας μοιάζουν οι κύκνοι που κολυμπούν στην ήσυχη λίμνη. Είναι μακάριοι όπως εμείς και έχουν την κίβδηλη αθωότητα αυτού που λησμόνησε την ενοχή του. Στην όχθη της λίμνης υπάρχει μια σειρά από λιοντάρια που μαρμάρωσαν. Μπορούμε να διαβάσουμε τους τίτλους τους, χαραγμένους σε μάρμαρο στην πλατεία Συντάγματος: Αφιόν Καραχισάρ – Σαγγάριος – Καλέ Γκρότο – Τουλού Μπουνάρ – Κιουτάχεια – Δορύλαιον – Αρτάκη – Αϊδίνιον – Προύσσα – Φιλαδέλφεια. Ας κρατήσουμε με τα δυο μας χέρια το κεφάλι ενός από αυτά τα λιοντάρια και ας το κοιτάξουμε κατάματα. Οπωσδήποτε αυτό το βλέμμα δεν μοιάζει καθόλου με το δικό μας. Ανήκει σε αυτούς που δεν θέλησαν να ζήσουν στην ήσυχη λίμνη, σε αυτούς που όταν είδαν το όνειρο να χάνεται, προτίμησαν να χαθούν μαζί του, περικυκλωμένοι και χτυπημένοι από όλες τις πλευρές, ακόμα και σήμερα άταφοι, στην κοιλάδα του Αλή Βεράν. Κι όμως, μόλις τρία χρόνια πριν, όταν ο ελληνικός στρατός αποβιβαζόταν στη Σμύρνη, ακόμα και οι Τούρκοι μουρμούριζαν «κισμέτ...». Κι όμως το θείο κοντύλι, που θα έγραφε την εκπλήρωση των προαιώνιων πόθων του ελληνισμού, απέδρασε και επέστρεψε στον ουρανό, μαζί με το άγραφο φύλλο του εθνικού μας πεπρωμένου. Ας υποθέσουμε ότι γίνεται ένα έγκλημα, που έχει φυσικούς και ηθικούς αυτουργούς και ότι μένει ατιμώρητο. Ποιοι αυτουργοί θα καταπνίξουν πιο εύκολα τη συνείδησή τους, ώστε να μην τιμωρηθούν ούτε από αυτήν; Οι φυσικοί ή οι ηθικοί; Νομίζω, οι ηθικοί αυτουργοί. Γιατί αυτοί δεν λέρωσαν τα χέρια τους με αίμα. Έτσι, μπορούν να γλιστρούν γαλήνια, λίγα χιλιοστά πάνω από την επιφάνεια της ιστορικής μας συνείδησης, χωρίς να ταράσσουν ούτε στο ελάχιστο τη λεία επιφάνεια. Ποιος όμως μπορεί να ισχυριστεί, ότι οι ηθικοί αυτουργοί έφταιξαν λιγότερο; Δεν σήκωσαν το μαχαίρι να σφάξουν, ούτε όρμηξαν να ατιμάσουν όπως οι τσέτες του Κεμάλ. Απλά εγκατέλειψαν τον σφαγόμενο, απλά ενώ είχαν όλα τα μέσα να αποτρέψουν τη σφαγή του, δεν το έκαναν. Όσο σφάζουν τα ξίφη και τα γιαταγάνια, σφάζουν και οι πολιτικές και ηθικές στάσεις, όπως αυτή του βουλευτή Κουμουνδούρου, που έσχισε μέσα στη Βουλή τον χάρτη της Μεγάλης Ελλάδας ή των βουλευτών που ωρύονταν «Δεν τα θέλομε!», ή του βουλευτή Μεσσηνίας Μοσχούλα, που έλεγε προς τους ψηφοφόρους του: «Και που μεγάλωσε η Ελλάδα, μεγάλωσε εσένα το χωράφι σου;», ή το σύνθημα «Εληά και βασιλιά, και στο Μενίδι σύνορα» ή, τέλος, το σύνθημα «Οίκαδε!»... Στις μοιραίες εκλογές του 1920 ψηφίσαμε μαζικά αυτούς που μόλις τέσσερα χρόνια πριν είχαν παραδώσει συνειδητά την Ανατολική Μακεδονία και ολόκληρο το Δ’ Σώμα Στρατού στο λεπίδι των Βουλγάρων. Τότε το έκαναν για να έχουμε εμείς την ησυχία μας και το αγαθό της ειρήνης. Γι’ αυτό και το 1920 τους ψηφίσαμε, για να διατηρήσουμε αυτά τα αγαθά, που απειλούνταν από την υποτιθέμενη υποχρέωση να σώσουμε τους Έλληνες της Ιωνίας. Τα φυσικά εγκλήματα έχουν κραυγές, πόνο, αίμα και λερώνουν. Τα ηθικά εγκλήματα, αν και εξίσου εγκλήματα, είναι αθόρυβα και γαλήνια, σαν το λιωμένο μολύβι όταν κυλάει ή σαν τους κύκνους, που «γλιστρούν σ' ένα λιγνό λεπίδι, που τους υψώνει ελάχιστα πάνω από τα νερά» και είναι γαλήνια, γιατί καταπνίξαμε τη συνείδησή μας, που παραμένει άσπιλη, σαν τους κάτασπρους κύκνους. Ο Σεφέρης και οι ποιητές μας χάραξαν κάποια σημάδια στις πέτρες, για να μας θυμίζουν τι ήμαστε και πώς γίναμε, αλλά οι πέτρες είναι βαριές, βαρύτερες από τους κύκνους, βυθίστηκαν και κάθησαν στον αθέατο πυθμένα της λίμνης, στον πάτο του συλλογικού μας υποσυνειδήτου. Η ήσυχη συνείδηση έχει ανάγκη από την ιστορική αμνησία, έχει ανάγκη από την απώλεια της εθνικής μας ταυτότητας, μιας ταυτότητας βαριάς, που δεν μας αφήνει να διαχυθούμε, να χαθούμε και να ξεχαστούμε στον παγκόσμιο χυλό. Έχει ανάγκη από Ρεπούσηδες, Λιάκους και Φίληδες, έχει ανάγκη από κίβδηλα οράματα για να αντικαταστήσουν τα πραγματικά, κομμουνισμούς, αριστερές, παγκόσμιες συναδελφώσεις, δυτικολαγνείες και ευρωλιγουριές. Η ήσυχη συνείδηση έχει τελικά την ανάγκη ενός συλλογικού αλτσχάιμερ. Το αλτσχάιμερ στα άτομα είναι πάθηση και εκδηλώνεται χωρίς τη θέλησή τους. Στους λαούς, όμως, είναι το αποτέλεσμα της συλλογικής τους επιλογής. Ποιος, όμως, θα μας καταλογίσει το ότι αποφασίσαμε να ξεχάσουμε; Ίσως μόνο ο Θεός - και οι νεκροί, που περιμένουν... Ίσως να υπάρχει, όμως, κάποια ελπίδα. Τώρα που παλαιοελλαδίτες και πρόσφυγες, βοσκοί και αρνιά, έχουμε αναμιχθεί και έχουμε γίνει ένας λαός, ίσως να μπορούμε να αντικρύσουμε το μέλλον μας, χωρίς τους διαχωρισμούς του παρελθόντος και να αγωνιστούμε παίζοντας καλά το τελευταίο μας χαρτί. Ίσως όντας όλοι μόνο Έλληνες πια και τίποτα άλλο, να μπορούμε να νιώσουμε μέσα μας τον πόνο των θυσιασμένων - κοινών μας πια προγόνων - και να αγωνιστούμε όλοι μαζί, σαν ένα σώμα, για τη νίκη ή μέχρις εσχάτων. Στρεβλώσεις και παρασιτισμός στην Ελλάδα της παρακμής Του Χαράλαμπου Παπαδόπουλου Η ελληνική κοινωνία της ύστερης μεταπολίτευσης χαρακτηρίζεται από ορισμένες στρεβλώσεις και ασυμμετρίες, που κάθε μία ξεχωριστά συνιστά παγκόσμια πρωτοτυπία και όλες μαζί νομίζουμε ότι δείχνουν προς την ίδια κατεύθυνση, προς τη βαθύτερη πηγή της κακοδαιμονίας μας, τον καρκίνο που μας απειλεί με ιστορική εξαφάνιση.
Η Ελλάδα έχει τον συντριπτικά μεγαλύτερο αριθμό δικηγόρων ανά κάτοικο στην Ευρώπη, 60% μεγαλύτερο από την Πορτογαλία που βρίσκεται στη δεύτερη θέση. Είναι χαρακτηριστικό ότι έχουμε πενταπλάσιους δικηγόρους από την Ολλανδία και ότι μόνο η Θεσσαλονίκη έχει πολύ περισσότερους δικηγόρους από ολόκληρη την Αυστρία. Με 6,2 γιατρούς ανά 1000 κατοίκους, η Ελλάδα είναι μακράν πρώτη στον κόσμο, πολύ μπροστά από τη δεύτερη Ισπανία (που έχει 4,9). Επίσης, είναι μακράν πρώτη στον κόσμο σε οδοντιάτρους (1,3/1000 κατοίκους), τριπλάσιους από όσους έχει η Αγγλία. Σε φαρμακοποιούς επίσης πρωτεύουμε και μάλιστα, στην περίπτωση αυτή συντριπτικά, με 75% περισσότερους από τη δεύτερη Βουλγαρία και 4 φορές περισσότερους από τη Γερμανία. Σε αριθμό δασκάλων πρωτοβάθμιας εκπαίδευσης ανά μαθητή είμαστε έκτοι στον κόσμο και σε αριθμό καθηγητών δευτεροβάθμιας δεύτεροι. Με μέσο χρόνο αποφοίτησης από τα πανεπιστήμια 7,6 χρόνια, η Ελλάδα είναι, επίσης, παγκόσμια πρωταθλήτρια στους αιώνιους φοιτητές. Σε αριθμό συνταξιούχων ανα εργαζόμενο η Ελλάδα είναι επίσης παγκόσμια πρωταθλήτρια. Παρ’ όλα αυτά, το 2009, πριν από την κρίση, έδινε τις καλύτερες συντάξεις (σε σχέση με τον μισθό πριν από τη συνταξιοδότηση) από όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ, με ποσοστό αναπλήρωσης 96%, διπλάσιο από τον μέσο όρο των υπολοίπων χωρών. Μάλιστα, ακόμα και σήμερα, το 30% της συνολικής συνταξιοδοτικής δαπάνης της Ελλάδας δίνεται σε άτομα κάτω των 65. Το απίστευτο και ελληνικό είναι, μάλιστα, ότι η μέση σύνταξη των κάτω των 65 είναι κατά 30% μεγαλύτερη από αυτή των άνω των 65, επειδή οι προνομιούχες ομάδες της κοινωνίας που είχαν τη δυνατότητα να εξασφαλίσουν μικρότερη ηλικία συνταξιοδότησης, είχαν τη δυνατότητα να εξασφαλίσουν και καλύτερη σύνταξη. Σε δημόσιες δαπάνες ως ποσοστό του ΑΕΠ η Ελλάδα των μνημονίων είναι 3η στην Ευρώπη. Για να συντηρηθεί ο τεράστιος αριθμός δικηγόρων και δικαστών έχουμε το πιο δαιδαλώδες νομικό σύστημα στον κόσμο και την βραδύτερη μακράν απονομή δικαιοσύνης. Για να συντηρηθεί ο τεράστιος αριθμός γιατρών πληρώνουμε για την υγεία δυο φορές, μια φορά για τη δημόσια δωρεάν υγεία με τους φόρους μας και τις ασφαλιστικές μας εισφορές και δεύτερη φορά την ιδιωτική και όχι άδικα, επειδή η πιθανότητα να πεθάνεις από ενδονοσοκομειακή λοίμωξη στα δημόσια νοσοκομεία είναι εξαπλάσια από ότι στο μέσο όρο της Ευρώπης. Ο απίστευτα τεράστιος κλάδος των φαρμακοποιών συντηρείται επειδή οι Έλληνες είναι με διαφορά πρώτοι στην Ευρώπη σε κατανάλωση φαρμάκων, σχεδόν το σύνολο των οποίων είναι, φυσικά, εισαγόμενα. Για να συντηρηθεί ο τεράστιος κλάδος των εκπαιδευτικών, πληρώνουμε την παιδεία δυο φορές, μια φορά για την άθλια δημόσια παιδεία και δεύτερη φορά για ιδιωτικά σχολεία και φροντιστήρια. Επίσης, παρά το ότι η αναλογία εκπαιδευτικών - μαθητών καθώς και ο αριθμός των μαθητών ανά τάξη, είναι από τους χαμηλότερους στην Ευρώπη, ενώ οι εκπαιδευτικοί διδάσκουν τις λιγότερες ώρες την εβδομάδα σε σχέση με όλους τους ευρωπαίους συναδέλφους τους, οι επιδόσεις των μαθητών των δημοσίων σχολείων είναι οι τρίτες χειρότερες από 32 χώρες του ΟΟΣΑ, σύμφωνα με τον διαγωνισμό Πίζα. Επίσης, παρά το τεράστιο ποσοστό των δημοσίων δαπανών, ο δημόσιος τομέας στην Ελλάδα όχι μόνο δεν βοηθάει, αλλά κατά κοινή ομολογία αποθαρρύνει την επιχειρηματικότητα και τις επενδύσεις και παρεμποδίζει κάθε παραγωγική οικονομική δραστηριότητα. Βεβαίως, ένα μεγάλο ποσοστό των Ελλήνων περνάνε καλά, πολύ καλύτερα από ότι θα επέτρεπαν οι παραγωγικές και δημογραφικές επιδόσεις της κοινωνίας μας. Οι καφετέριες είναι γεμάτες από πενηντάρηδες συνταξιούχους και αιώνιους φοιτητές. Βεβαιώς, ένα μεγάλο ποσοστό των άκοπων χρημάτων που αποκομίζουν οι προνομιούχες κοινωνικές ομάδες διαχέεται και σε άλλους. Οι αιώνιοι φοιτητές διασκεδάζουν τη μακρά φοιτητική τους ζωή με τις συντάξεις των παππούδων και των πατεράδων τους. Παράλληλα, οι άθλιες δημογραφικές μας επιδόσεις (1,3 παιδιά ανά γυναίκα – τρίτες χειρότερες στον κόσμο μετά την Πορτογαλία και τη Νότια Κορέα) επιτρέπουν άνετα να περνάμε καλά χωρίς την υποχρέωση να συντηρούμε οικογένειες, τα μοναχοπαίδια μας να ζουν σαν πρίγκηπες και να ξεκοκκαλίζουν τον συσσωρευμένο πλούτο των προηγούμενων γενεών. Βεβαίως, για έναν απροκατάληπτο παρατηρητή, η Ελλάδα είναι η χώρα της ηδονιστικής κατανάλωσης, μια χώρα τεμπέληδων ζορμπάδων, που κύριο τους μέλημα είναι πώς θα περνούν καλά και πώς θα παίρνουν ύφος και στιλάκι, για να έχουν κύρος μεταξύ των ομοίων τους. Φυσικά, υπάρχει και μια μικρή μειοψηφία από «μέρμηγκες», με τα αντίθετα χαρακτηριστικά. Ωστόσο, είναι υποχρεωμένοι να αντιμετωπίζουν τον πειρασμό της ζήλειας. Στην Ελλάδα της ύστερης μεταπολίτευσης, ο αισώπειος μύθος του τζίτζικα και του μέρμηγκα διατυπώνεται ως εξής: «Είναι βαρύς χειμώνας, το χιόνι πέφτει πυκνό και το κουδούνι χτυπάει στο σπίτι του μέρμηγκα. Ο μέρμηγκας ανοίγει και είναι ο τζίτζικας, συνοδευόμενος από δυο νεαρές υπάρξεις. - Μέρμηγκα, έμπα στο τζιπ, φύγαμε για Αράχωβα, οι κοπέλες εδώ θέλουν να σε γνωρίσουν! – Σόρρυ τζίτζικα, δεν μπορώ, βλέπεις εδώ πέρα, οικογένεια, παιδιά... Όμως κάνε μου σε παρακαλώ μια χάρη... – Φυσικά μέρμηγκα, ό,τι θές! – Αν εκεί κάπου δεις τον Αίσωπο, πες του να πα να...» Η εθνική μας αυτοκτονία Του Χαράλαμπου Παπαδόπουλου Η συζήτηση γύρω από το δημογραφικό πρόβλημα και τους τρόπους αντιμετώπισής του συχνά περιορίζεται αποκλειστικά σε οικονομικές παραμέτρους. Αν και είναι προφανές ότι η παροχή οικονομικών κινήτρων και διευκολύνσεων στους πολυτέκνους είναι απολύτως απαραίτητη, δεν είναι από μόνη της αρκετή, καθ’ ότι η δημογραφική δυναμική συναρτάται αποφασιστικά από κοινωνικούς παράγοντες. Στο παρακάτω διάγραμμα δίνεται η εξέλιξη του ποσοστού γεννητικότητας (παιδιά ανά γυναίκα) στην Ελλάδα από το 1960 μέχρι το 2014. Όπως φαίνεται, η δημογραφική κατάρρευση της Ελλάδας ξεκίνησε το σωτήριον έτος 1981. Μέσα σε 8 μόλις χρόνια, κατά διαβολική σύμπτωση κατά τη διάρκεια της οκταετίας του ΠΑΣΟΚ, 1981-1989, το ποσοστό γεννητικότητας κατέρρευσε από 2,2 σε 1,4 παιδιά ανά γυναίκα. Αν τα αίτια της δημογραφικής κρίσης είναι κυρίως οικονομικά, θα περίμενε κανείς, ότι με την άνοδο του βιοτικού επιπέδου και τις μεγάλες κοινωνικές κατακτήσεις της ίδιας περιόδου, όχι μόνο δεν θα συνέβαινε δημογραφική κατάρρευση, αλλά πως η γεννητικότητα θα παρέμενε σταθερή ή ακόμα και θα αυξανόταν λίγο. Είναι προφανές, επομένως, ότι τα αίτια της δημογραφικής κατάρρευσης θα πρέπει να αναζητηθούν αποκλειστικά σε κοινωνικούς παράγοντες και όχι σε οικονομικούς. Η νομιμοποίηση των εκτρώσεων συμπίπτει σχεδόν απόλυτα με την αρχή της δημογραφικής κατάρρευσης. Η ασαφής διεύρυνση των προϋποθέσεων υπό τις οποίες επιτρέπεται η έκτρωση έγινε το 1978 από τη ΝΔ. Στη συνέχεια, το 1981 ανήλθε στην εξουσία ένας πρωθυπουργός, του οποίου η τότε σύζυγος ήταν πρόεδρος της Ένωσης Γυναικών Ελλάδος, οργάνωσης μαχόμενης για τη νομιμοποίηση των εκτρώσεων. Η τυπική πλήρης νομιμοποίηση έγινε το 1986. Η σύμπτωση της δημογραφικής κατάρρευσης με τη νομιμοποίηση των εκτρώσεων ίσως δεν είναι απολύτως τυχαία. Από τους παράγοντες που οδηγούν στη μείωση των γεννήσεων, οι εκτρώσεις είναι ο μοναδικός που επιδρά άμεσα και μάλιστα με δύο τρόπους, δηλαδή τόσο με την άμεση αποτροπή των γεννήσεων, όσο και με την προκαλούμενη από αυτές μείωση της γονιμότητας. Τα αίτια της δημογραφικής κατάρρευσης είναι βέβαια πολλά, αλλά ανάμεσά τους η κατακόρυφη αύξηση των εκτρώσεων έχει μια οπωσδήποτε σημαντική θέση.
Το θέμα των εκτρώσεων είναι γενικά ταμπού στον δημόσιο λόγο και έχει ταυτιστεί απόλυτα με συντηρητικές ή ακόμα και φονταμενταλιστικές ατζέντες. Ο λόγος είναι, ότι στα αξιακά κριτήρια της μεταπολίτευσης το εθνικό συμφέρον απουσιάζει, ενώ επικρατεί το ατομικό συμφέρον και ο δικαιωματισμός. Αν και πρωταρχικό κριτήριο αντιμετώπισης του θέματος των εκτρώσεων πρέπει να είναι, κατά τη γνώμη μας, το εθνικό συμφέρον, αξίζει να εξετάσουμε ψυχρά τα δικαιωματικά επιχειρήματα υπέρ των εκτρώσεων. Οι υπερασπιστές του δικαιώματος στην έκτρωση υποστηρίζουν, ότι το έμβρυο αποτελεί μέρος του σώματος της γυναίκας, η οποία έχει το δικαίωμα να το διαθέσει όπως επιθυμεί. Νομίζω απαιτείται υπερβολική ιδεοληψία για να μην παραδεκτεί κανείς, ότι το έμβρυο από τη στιγμή της σύλληψής του είναι ένας «εν δυνάμει άνθρωπος», εξαρτώμενος για την επιβίωσή του από τη γυναίκα, αλλά ανεξάρτητος σαν οντότητα. Η νομοθεσία μας, αλλά και οι κοινωνικές μας αξίες αναγνωρίζουν το δικαίωμα της ζωής στα ζώα και τιμωρούν με βαρύτατα πρόστιμα όσους τα θανατώνουν ή ακόμα και όσους τα βασανίζουν. Ακόμα και αν δεχτούμε πως ένας «εν δυνάμει άνθρωπος» έχει λιγότερα δικαιώματα από έναν άνθρωπο, απαιτείται μεγάλη προκατάληψη για να υποστηρίξει κανείς, ότι έχει λιγότερα δικαιώματα από ένα ζώο και ακόμα μεγαλύτερη για να υποστηρίξει, ότι δεν έχει κανένα δικαίωμα και ότι μπορεί κανείς να τον θανατώνει κατά το δοκούν. Επειδή πολλοί τείνουν να ταυτίζουν την αντίθεση με τις εκτρώσεις αποκλειστικά με θρησκευτικές αντιλήψεις, οφείλουμε να υπογραμμίσουμε ότι τα παραπάνω εκτεθέντα επιχειρήματα είναι απολύτως άσχετα από κάθε θρησκευτική αντίληψη. Εξετάζοντας τις ανεπτυγμένες δυτικές χώρες, που παρουσιάζουν το υψηλότερο ποσοστό γεννητικότητας, παρατηρούμε ότι αυτές είναι το Ισραήλ (με 3,1 παιδιά ανά γυναίκα) και η Ιρλανδία (με 2,0 παιδιά ανά γυναίκα). Στο μεν Ισραήλ οι εκτρώσεις επιτρέπονται μόνο υπό αυστηρές προϋποθέσεις και μετά από εξέταση του θέματος από ειδική επιτροπή, στη δε Ιρλανδία οι εκτρώσεις είναι απολύτως απαγορευμένες. Και στις δυο χώρες βέβαια, η πολιτική περιορισμού των εκτρώσεων υποστηρίζεται από μια εντελώς διαφορετική αντίληψη γύρω από την αξία της οικογένειας, που επικρατεί στην κοινωνία. Σε κάθε περίπτωση πάντως, η σχέση ανάμεσα στον νόμο και τις κοινωνικές αξίες είναι αμφίδρομη. Ένας νόμος για να εφαρμοστεί απαιτείται μεγάλα τμήματα της κοινωνίας να έχουν πειστεί για την αναγκαιότητά του, από την άλλη όμως, με τη σειρά του, επιδρά πάνω στην κοινωνία, ορίζοντας τι είναι αποδεκτό και τι μη αποδεκτό, τι είναι εθνικά ωφέλιμο και τι καταστροφικό. Οι νόμοι έχουν, επομένως, καθοδηγητικό ρόλο για την κοινωνία, στρέφοντάς την προς την κατεύθυνση των αξιών που τους διαπνέουν. Για παράδειγμα, η νομιμοποίηση των ναρκωτικών τα καθιστά αποδεκτά στη συνείδηση της κοινωνίας και ευκόλως προσβάσιμα. Η απαγόρευσή τους, αντίθετα, λειτουργεί ως ένα συλλογικό υπερεγώ, που λέει στα άτομα ότι «αυτό δεν είναι αποδεκτό». Η ίδια αναλογία ισχύει για κάθε πρακτική που είναι εξόχως καταστροφική για την κοινωνία, ισχύει δηλαδή, κατά τη γνώμη μας, και για τις εκτρώσεις. Θεωρούμε ότι η αντιμετώπιση του δημογραφικού προβλήματος πρέπει να στηριχθεί πρωταρχικά στην αναβάθμιση της αξίας της οικογένειας στη συλλογική μας συνείδηση. Η αναβάθμιση αυτή θα μπορούσε να επιτρέψει τη ριζική τροποποίηση του νομικού καθεστώτος των εκτρώσεων, που κατά τη γνώμη μας είναι απαραίτητη για τη δημογραφική μας ανάκαμψη. Του Χαράλαμπου Παπαδόπουλου 28 Ιουλίου 1920. Με την υπογραφή της συνθήκης των Σεβρών, η εθνική αποκατάσταση του ελληνισμού για την οποία έχυσαν το αίμα τους γενιές Ελλήνων, πλησιάζει επί τέλους να γίνει πραγματικότητα. Οι Μεγάλες Δυνάμεις αποφασίζουν τον διαμελισμό της Οθωμανικής αυτοκρατορίας και το μοίρασμα της Μικράς Ασίας ανάμεσα στους Έλληνες, τους Κούρδους και τους Αρμενίους. Η Κωνσταντινούπολη φαίνεται ότι σύντομα θα ξαναγίνει η πρωτεύουσα του ελληνισμού. Δυο ημέρες μετά, στις 30 Ιουλίου, ο Ελευθέριος Βενιζέλος παίρνει τον δρόμο της επιστροφής, κομιστής του μεγάλου αγγέλματος. Ωστόσο, στον σιδηροδρομικό σταθμό του Παρισιού, δυο απότακτοι αξιωματικοί τον περιμένουν οπλισμένοι με περίστροφα. Από κοντινή απόσταση τον πυροβολούν δέκα φορές. Αστοχούν και τις δέκα, παρά το ότι ήταν δεινοί σκοπευτές. Αυτοί που τον πυροβόλησαν δεν ήταν Τούρκοι, Έλληνες ήταν... Ο Βενιζέλος φτάνει στην Αθήνα σοκαρισμένος. Το μίσος των αντιπάλων του τον είχε τραυματίσει ψυχικά. Περίμενε πως θα αποθεωνόταν από σύσσωμο σχεδόν τον ελληνικό λαό, ο οποίος θα συστρατευόταν για τις λίγες ακόμα προσπάθειες που απαιτούνταν για την οριστική αποκατάσταση του ελληνισμού στα υστεροβυζαντινά του όρια, για ένα κράτος που επί τέλους θα μπορούσε να χωρέσει ολόκληρο τον ελληνισμό. Ωστόσο, έκανε λάθος, η Αθήνα έβραζε και άφριζε εναντίον του, σχεδόν σαν αυτούς τους παρ’ ολίγον δολοφόνους του. Όλα τα κόμματα ανεξαιρέτως, από το ΚΚΕ μέχρι την άκρα δεξιά, έχουν συνασπιστεί εναντίον του. Τον αποκαλούν «Τύραννο» και ζητούν εκλογές. Ο ψυχισμός του Βενιζέλου έχει τραυματιστεί από τη δολοφονική απόπειρα και από το μίσος που εκπέμπεται εναντίον του. Δεν τολμάει να επιβάλλει στον ελληνικό λαό να συνεχίζει να τον ακολουθεί, χωρίς δημοκρατική νομιμοποίηση. Έχει άλλωστε κάθε λόγο να ελπίζει σε εκλογική νίκη, καθ΄ότι μέσα σε μόλις δέκα χρόνια είχε φέρει την Ελλάδα από τη Μελούνα της Λάρισας, στη Σμύρνη και στις παρυφές της Κωνσταντινούπολης. Ωστόσο έκανε λάθος. Απορροφημένος στο όραμα της Μεγάλης Ιδέας, είχε χάσει την επαφή του με την ψυχολογία και τις διαθέσεις του λαού. Έτσι διέπραξε το ολέθριο ατόπημα να προκηρύξει εκλογές... Στις 14 Σεπτεμβρίου, ημέρα του Τιμίου Σταυρού, στο Παναθηναϊκό Στάδιο εορτάζεται η νίκη, όπως στη Βασιλεύουσα πριν από πολλούς αιώνες εορταζόταν ο θρίαμβος των βυζαντινών στρατευμάτων. Τρεις μέρες μετά, ο προσωρινός βασιλιάς Αλέξανδρος, ο οποίος αρνούνταν να υπακούσει στις απαιτήσεις του εξόριστου βασιλιά Κωνσταντίνου και αγωνιζόταν για την κατάσβεση του εθνικού διχασμού, πέθανε εντελώς απροσδόκητα, υποτίθεται από το δάγκωμα μαϊμούς. Η προεκλογική περίοδος αρχίζει. Όλα τα κόμματα κατεβαίνουν στις εκλογές ενωμένα εναντίον του Βενιζέλου. Ακόμα και το ΚΚΕ βάζει γύρω από το σφυροδρέπανο το σύμβολο της «Ηνωμένης Αντιπολιτεύσεως», δυο κλαδιά ελιάς, που συμβολίζουν την ειρήνη, την οποία υπόσχονταν στους ψηφοφόρους τους. Η μάνα που είχε δέκα χρόνια να δει τους γιους της, που πολεμούσαν στο μέτωπο, θα τους ξανάβλεπε! Τα ζώα, που είχαν επιταχθεί στο στρατό θα επέστρεφαν στον γερο-αγρότη, που όργωνε μόνος του, χωρίς τους γιους του. Στο βήμα της Βουλής ξεσκίζονται από τον βουλευτή Κουμουνδούρο οι χάρτες της Μεγάλης Ελλάδας! Κάποιοι βουλευτές, μέσα στη Βουλή ωρύονται: «Δεν τα θέλομε!». Εννοούσαν την Ιωνία... Ο Βουλευτής Μεσσηνίας Μοσχούλας έλεγε προς τους ψηφοφόρους του: «Και που μεγάλωσε η Ελλάδα, μεγάλωσε εσένα το χωράφι σου;». Η Αθήνα δονούνταν από τα συνθήματα: Ζήτω ο Κωνσταντίνος! Ζήτω ο βασιλιάς μας! Ζήτω το Λιόπεσι! Ζήτω το Μενίδι! (αρβανιτοχώρια στα περίχωρα των Αθηνών). Δεν υπήρχε νεοαπελευθερωμένη Θράκη και μαχόμενη Μικρά Ασία, υπήρχε Λιόπεσι και Μενίδι και Κωνσταντίνος! Στο μέτωπο, οι στρατιώτες διάβαζαν αντιβενιζελικές εφημερίδες και οι βασιλικοί αξιωματικοί έκαναν προεκλογικές συγκεντρώσεις στους στρατιώτες τους! Παντού, στο στράτευμα και στον λαό αντηχούσε το σύνθημα «Οίκαδε!», δηλαδή η επιστροφή του στρατού από το μέτωπο. Τα παιδιά των απελευθερωμένων Ελλήνων θα γύριζαν πίσω. Αλλά τι θα σήμαινε αυτό για τον μικρασιατικό ελληνισμό; Λεπτομέρειες... Με την Ενωμένη Αντιπολίτευση συμμαχούν οι κομμουνιστές, καθώς και όλοι οι αλλοεθνείς υπήκοοι: Βούλγαροι, Τούρκοι και Εβραίοι παίρνουν φανατικά το μέρος της παράταξης του Κωνσταντίνου. Στην Τουρκία, κεμαλικές εφημερίδες στολίζουν τις σελίδες τους με φωτογραφίες των ηγετών της αντιπολίτευσης. Ο Βενιζέλος, ωστόσο, είναι σίγουρος για τη νίκη. Αυτοί που αντιδρούν δεν μπορεί, θα είναι μια μειοψηφία, ίσως το 30%. Ας μετρηθούμε λοιπόν... Την παραμονή των εκλογών, λέει στον αντιπρόεδρο της κυβέρνησης Ρεπούλη: «Με τον Λόιδ Τζορτζ εμείναμε σύμφωνοι όπως αμέσως μετά τας εκλογάς δοθή εις την Ελλάδα η επί της Κωνσταντινουπόλεως εντολή και προορίζω σε ως πρώτον Ανώτατον της Κωνσταντινουπόλεως Διοικητήν». 1η Νοεμβρίου 1920. Η ημέρα των εκλογών. Και μετά τέλος... Το μαύρο τέλος... Η παράταξη του Βενιζέλου ηττάται και ο Βενιζέλος, ο οποίος αποφάσισε να εκτεθεί στην εκλογική περιφέρεια της Αττικής, δεν εκλέγεται ούτε καν βουλευτής... Η Ενωμένη Αντιπολίτευση εκλέγεται πανηγυρικά με τις ψήφους των παλαιοελλαδιτών, των κομμουνιστών και των αλλοεθνών υπηκόων. Όλοι πανηγύρισαν εκείνη την ημέρα: Στην Αθήνα, όπως γράφει η Πηνελόπη Δέλτα στο ημερολόγιό της «σ΄ ένα ξεχείλισμα πρωτοφανούς προστυχιάς και εκβαχισμού». Φώναζε στους δρόμους ο όχλος: «Δεν τα θέλομε!». Οι Εβραίοι τραγουδούσαν «Ελιά και Κώτσο βασιλιά!». Τα χωριά της Αττικής και της Βοιωτίας συγκεντρώθηκαν στην Αθήνα με πίπιζες, νταούλια, ζουρνάδες και κλαρίνα και ξεφάντωναν, εξεδόθηκε νομολογία «ο φονεύων Βενιζελικό δεν φονεύει άνθρωπο», ακούγονται φίλογερμανικά συνθήματα, όταν οι σύμμαχοι φρικίαζαν με κάθε τι γερμανικό και όταν η Ελλάδα πολεμούσε τον Κεμάλ! Στη Σμύρνη, πελοποννήσιοι στρατιώτες κάνουν διαδήλωση υπέρ του Κωνσταντίνου. Πανηγυρίζουν και οι Τούρκοι, φωταγωγούν τα τζαμιά τους, οι μουφτήδες μοιράζουν καραμέλες, οι κεμαλικοί αναθαρρούν, ανακουφίζονται και οι Οσμανλήδες, που αν νικούσε ο Βενιζέλος έχαναν την Κωνσταντινούπολη. Θρηνούν όμως οι μικρασιάτες και σιγοψιθυρίζουν: « Και πώς να κλείσω μάτι πια, που σαι Λευτέρη μακριά, από τη Σμύρνη τη χρυσή, που τη λευτέρωσες εσύ…». Δυο μέρες μετά τις εκλογές, ο Βενιζέλος εξομολογείται στην Πηνελόπη Δέλτα: «Επλανήθηκα. Ενόμιζα πως αλήθεια είχα το λαό μαζί μου, πως στο μεγάλο αυτό έργο που γίνηκε, με ακολουθούσε ο λαός. Επλανήθηκα, ο λαός κουράστηκε, βαρέθηκε. Δεν κακίζω το λαό, του ζήτησα θυσίες μεγαλύτερες από τις δυνάμεις του. Εγώ δεν υπολόγισα καλά τις δυνάμεις του, τον παρέσυρα σε έργο πολύ βαρύ. Είμαι συντριμμένος, δεν έχω πια δυνάμεις ν' αντιπαλαίσω. Είχα σχηματίσει τ' όνειρο πως ο ελληνικός λαός μ’ ακολουθεί στην κατάκτηση των ελληνικών μερών, μα ο ελληνικός λαός δε μ’ ακολουθεί, πήγε διά της βίας... Του πήρα το παιδί του για πολλά χρόνια, δεν αντέχει πια στις θυσίες ο κουρασμένος λαός. Και δεν είναι αυτό το χειρότερο, το χειρότερο είναι που ο κόσμος δεν ενδιαφέρεται. Προ τριάκοντα ετών υπήρχε ακόμη η Μεγάλη Ιδέα, τότε ακόμα ο κόσμος θα δέχουνταν τις μεγάλες θυσίες για τη Μεγάλη Πατρίδα. Σήμερα πια την παράτησε τη Μεγάλη Ιδέα. Το ξέρω πως η Ελλάδα κακοδιοικήθηκε, μα τους είπα πως τώρα που τελειώνουν τα εξωτερικά προβλήματα, θα στρέψω στα εσωτερικά. Το ξέρουν πως ποτέ δεν είπα ένα πράμα και δεν το έκανα, πίστευα πως θα μου δώσουν δυο μήνες για να κάνω και την εσωτερική αναδιοργάνωση. Μα δε με πίστωσαν με δυο μήνες, δε με πίστεψαν ή δεν τους ενδιέφερε αρκετά το εξωτερικό ζήτημα, ώστε να δεχθούν την προσωρινή κακή διοίκηση. Δεν τους μέλει, δεν καταλαβαίνουν οι αντίθετοι τι θα πει Σμύρνη! Ακούν Σμύρνη και σου λεν Σύρα, Μύκονος, και το βλέπουν ένα πράμα. Δε βλέπουν, δε βλέπουν τη σημασία της! Δε νιώθουν τι θα πει η κατάκτηση της Μικρασίας! Αυτό του είπαν μερικοί, «Μικρή Ελλάδα, αλλά τίμια», αυτό που έκανε ο Κουμουνδούρος, που έσχισε το χάρτη της Μεγάλης Ελλάδας, δεν ήταν λόγια, σκέψεις, καμώματα ενός ή δύο απάτριδων, είναι η ψυχολογία του λαού ολόκληρου. Δε ζητά μεγάλα όνειρα που να τα πραγματοποιήσει. Ζητά το σπίτι του να καλοδιοικείται, το παιδί του να γυρίσει πίσω, να φύγει από το στρατό. Και ξέρετε; Έχω ταραγμένη τη συνείδηση. Φέρω βαρειά ευθύνη απέναντι της ιστορίας, γιατί το μεγάλο αυτό έργο που επιδίωξα, χρειαζόταν μεγάλες θυσίες, περισσότερες, βαρύτερες από όσες μπορούσε να σηκώσει ο ελληνικός λαός. Δεν υπολόγισα σωστά, του παραφόρτωσα τους ώμους. Δε φταίγει ο λαός, φταίγω εγώ που δεν υπολόγισα σωστά ως πού παν οι δυνάμεις του και η αντοχή του». Λιγότερο από δύο χρόνια μετά, η Σμύρνη καίγεται και ο μητροπολίτης Σμύρνης Χρυσόστομος αρνείται να εγκαταλείψει το σφαγόμενο ποίμνιό του και πεθαίνει με φριχτά βασανιστήρια στα χέρια των Τούρκων. Τα ράσα του σχισμένα, τα γένια ξεριζωμένα, τα μάτια βγαλμένα, η δεσποτική ράβδος του λάφυρο του όχλου. Ό,τι απέμεινε από το σώμα του το κρέμασαν στην πλατεία. Ελάχιστες μέρες πριν, σε επιστολή του προς τον Βενιζέλο, είχε γράψει: «Ο Ελληνισμός της Μικράς Ασίας, το Ελληνικόν Κράτος, αλλά και σύμπαν το Ελληνικόν Έθνος κατεβαίνει πλέον εις τον Άδην, από του οποίου καμμία πλέον δύναμις δεν θα δυνηθεί να το αναβιβάσει και το σώση.» Έτσι τελείωσαν τρεις χιλιάδες χρόνια παρουσίας του ελληνισμού στις ιστορικές του κοιτίδες. Από τότε γίναμε ένα μικρό έθνος και ο μεγάλος ελληνισμός χάθηκε, καθώς δεν μπορούσε να χωρέσει στα στενά όρια του ελλαδικού κράτους. Το μόνο, που έχει μείνει είναι η «Πρέβεζα» του Καρυωτάκη, χωριουδάκια με λαμπρά, μεγάλα ονόματα: Νέα Ραιδεστός, Νέα Χαλκηδόνα, Αλεξάνδρεια Ημαθίας... Γράφει σχετικά ο Σεφέρης, που σχεδόν κανείς πια δεν τον καταλαβαίνει: ― Παλιέ μου φίλε τί γυρεύεις;
χρόνια ξενιτεμένος ήρθες με εικόνες που έχεις αναθρέψει κάτω από ξένους ουρανούς μακριά απ' τον τόπο το δικό σου. [...] ― Γυρεύω το παλιό μου σπίτι με τ' αψηλά τα παραθύρια σκοτεινιασμένα απ' τον κισσό γυρεύω την αρχαία κολόνα που κοίταζε ο θαλασσινός. Πώς θες να μπώ σ' αυτή τη στάνη; οι στέγες μού έρχουνται ώς τους ώμους κι όσο μακριά και να κοιτάξω βλέπω γονατιστούς ανθρώπους λες κάνουνε την προσευχή τους. [...] ― Παλιέ μου φίλε συλλογίσου σιγά-σιγά θα συνηθίσεις η νοσταλγία σού έχει πλάσει μια χώρα ανύπαρχτη με νόμους έξω απ' τη γης κι απ' τους ανθρώπους. ― Πια δεν ακούω τσιμουδιά βούλιαξε κι ο στερνός μου φίλος παράξενο πώς χαμηλώνουν όλα τριγύρω κάθε τόσο εδώ διαβαίνουν και θερίζουν χιλιάδες άρματα δρεπανηφόρα. |
Site powered by Weebly. Managed by Pointer Internet Solutions